Μια ακόμα συλλογική αποτυχία. Ένα ακόμα παιδί «απαρατήρητο» και μια κοινωνία κλεισμένη στο καβούκι της, με αντανακλαστικά νεκρά. Αυτές τις ώρες ακούμε ολοένα και περισσότερους από εμάς να «πέφτουν απ’ τα σύννεφα» και ο κρότος της πτώσης ηχεί υποκρισία. Ποιός θα μας πει αν εθιστήκαμε τόσο πολύ στην ασχήμια που αρχίσαμε να της μοιάζουμε;
Mίνα Μαρούγκα/ Action Press
Τα καφενεία του όχλου που έχουν στηθεί σε τηλεοπτικά παράθυρα – και όχι μόνο – ζητούν παραδειγματική δικαίωση, προτείνοντας θανατικές ποινές, παίρνοντας το ρόλο δικαστή και εισαγγελέα, ενώ αδημονούν για λεπτομέρειες από το περιβάλλον ενός παιδιού, που σα να μην του φτάνει το τραύμα που θα κουβαλήσει για όλη του τη ζωή, πρέπει να σημαδεύεται ακόμα περισσότερο από την αδιάκοπη αποκάλυψη ανατριχιαστικών περιγραφών της οδύνης του.
Τα σημαντικά στριμώχνονται με βιασύνη κάτω από το χαλί, για να μην τα βλέπουμε. Μας εξυπηρετεί λόγου χάρη το αφήγημα ότι ο θύτης θα πρέπει να είναι αλλοδαπός, τοξικομανής, ληστής, ή έμπορος ναρκωτικών. Και μας βολεύει η στερεοτυπική αναπαράσταση που θέλει τον παιδόφιλο να είναι ένας τύπος που εμφανίζεται με καπαρντίνα, πίσω από το θάμνο στο πάρκο.
Γιατί στην αντίθετη περίπτωση, που συνομολογούμε ότι παιδόφιλος, βιαστής, γυναικοκτόνος, μαστρoπός ή δράστης οποιασδήποτε μορφής έμφυλης βίας μπορεί να είναι ο σύζυγος, ο πατέρας, ή ο αδερφός μας, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να παραδεχτούμε ταυτόχρονα ότι η πατριαρχία έχει τόσο διαβρώσει τον κοινωνικό μας πυρήνα, που παράγει -διαπλεκόμενες συχνά-πυκνά- τοξικές και ταξικές αρρενωπότητες της διπλανής πόρτας, της δικής μας πόρτας. Και τότε έρχεται η άβολη στιγμή που θα πρέπει να κοιτάξουμε καθρέφτες και να αντικρίσουμε δυσμορφίες ανοχής, που καθόλου δεν μας αρέσουν.
Δεν υπάρχουν δράστες, βιαστές, παιδόφιλοι ή μαστροποί υπεράνω πάσης υποψίας. Ας μην προσποιούμαστε ότι το μάθαμε σήμερα. Η νοσηρότητα του νου δε γνωρίζει τάξη, οικονομική κατάσταση, κοινωνικό ή οικογενειακό status. Ο διεστραμμένος νους δεν είναι ούτε ευυπόληπτος, ούτε ρακένδυτος. Είναι απλώς διεστραμμένος. Η ατομική παθολογία σαφώς υπάρχει και πολλά μπορούν να ειπωθούν, αλλά προσοχή να μην κάνουμε αποδόσεις μερικές και εσφαλμένες με σχήματα που μας είναι αφενός οικεία και αφετέρου μας απενοχοποιούν.
Επιφανής, μα όχι υπεράνω…
Δυνητικός δράστης τέτοιων πράξεων μπορεί να είναι ένας γιατρός, προπονητής, δάσκαλος, «άνθρωπος της εκκλησίας», ιδιότητες ενός συμπολίτη της διπλανής πόρτας. Και ως τέτοιος μπορεί να προσεγγίσει ακόμα ευκολότερα ένα παιδί, κυρίως ένα παιδί με ευαλωτότητες, που ξεκινούν κυρίως από- εγκληματικά- ελλιπή ψυχοκοινωνική οικογενειακή πλαισίωση, ενώ συχνά αποτελούν και συνάρτηση ακραίας φτώχειας ή κοινωνικής απομόνωσης. Όλα τα υπόλοιπα είναι απλές στερεοτυπικές αντιλήψεις, που μας βάζουν ήσυχους για ύπνο, καθώς δεν μας αφορούν.
«Μη μιλάς» για τις φωνές και την κακοποίηση που ακούς στο διπλανό διαμέρισμα, «μην ασχολείσαι» με μια 12χρονη που φαίνεται να υποφέρει καιρό τώρα στα μάτια των γειτόνων της, «που πας να μπλέξεις», όταν θες να καταγγείλεις την ωμότητα της βίας που ασκείται γύρω σου.
Κοινωνία αδιαφορίας
Όσο παραμένουμε μια κοινωνία αδιαφορίας, που προσπερνά βιαστικά τις δοκιμασίες του διπλανού, η πραγματικότητα θα μας χτυπά ακόμα πιο βίαια κάθε φορά την πόρτα, υπενθυμίζοντας τη συνενοχή όλων μας και τα νεκρά αντανακλαστικά του κράτους πρόνοιας. Κι όσο προτάσσουμε την κανονικοποίηση της βίας ή του φασισμού που τολμά να μιλά για τη φυλετική καταγωγή του θύματος, υπαινισσόμενος ότι ως εκ τούτου λιγότερη αξία έχει η ζωή του, τόσο θα παραμένουμε συνυπεύθυνοι, θύτες και εν δυνάμει θύματα. Κράτος, οικογένεια και πολίτες.
Αντί λοιπόν να πέφτουμε από τα σύννεφα με τον οικογενειάρχη, «εξέχον» μέλος της κοινωνίας που αποδείχθηκε τέρας, ας αποφασίσουμε να παραδεχτούμε πρώτα τις ελλείψεις αλλά και τις συγκαλύψεις μας. Ας αδράξουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε για την ανατροφή αγοριών μέσα σε οικογένειες που δε θα μεταφέρουν διαγενεακά έμφυλα στερεότυπα, αγόρια που θα νοιώθουν ασφαλή με το συναίσθημά τους και για το μεγάλωμα κοριτσιών που ενθαρρύνονται να μιλούν απέναντι σε κάθε μορφή καταπίεσης και που γνωρίζουν ότι δεν ανήκουν σε κανέναν άλλο, παρά μόνο στον εαυτό τους. Ας ανοίξουμε επιτέλους με έμφαση το διάλογο για την καθιέρωση προγραμμάτων σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης από τις πρώτες σχολικές τάξεις, τον κατακερματισμό αξιόλογων δομών ψυχικής υγείας ελέω οικονομικής κρίσης, για την αναγκαιότητα δημιουργίας πάγιων δομών φροντίδας τραύματος, καθώς και ενός καλά δομημένου συστήματος προστασίας γυναικών και παιδιών θυμάτων βίας, που όχι μόνο θα τα φροντίζει, αλλά και θα τα ανιχνεύει συστηματικά.
Ναι, να μιλήσουμε για ανθρωπόμορφα κτήνη, αφού πρώτα μιλήσουμε για το τι κάνουμε ως συλλογικότητες, ως κοινωνικό σώμα, για να εξαλείψουμε ή να προλάβουμε τις πληγές σε κάθε άλλο, παιδικό -ή μη- σώμα.
*H Μίνα Μαρούγκα είναι Ψυχοθεραπεύτρια – Κοινωνική Ανθρωπολόγος MSc