Οι Pink Floyd είναι από τις ελάχιστες ροκ μπάντες που μπορούσαν να παίξουν στα ερείπια της Πομπηίας χωρίς να μοιάζει επιτηδευμένο ή υπερβολικό. Για αυτό και το έκαναν τον Οκτώβριο του 1971.
Ωστόσο η ιδέα για τη «συναυλία» (και τη μαγνητοσκόπησή της) ανάμεσα στα «φαντάσματα» της αρχαίας Πομπηίας, έναν χρόνο πριν κυκλοφορήσουν το magnum opus τους Dark Side of the Moon, δεν ήταν δική τους.
Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη της ταινίας «Pink Floyd: Live at Pompeii», Αντριαν Μέιμπεν, εκείνος αποφάσισε ότι η ταινία έπρεπε να γυριστεί στο συγκεκριμένο μέρος. Η ιδέα τού ήρθε κατά τη διάρκεια διακοπών του στην Ιταλία το 1971, όπου και «χάθηκε» περιπλανώμενος στα ερείπια της αρχαίας πόλης.
«Ηταν περίεργο. Ενα τεράστιο ερειπωμένο αμφιθέατρο γεμάτο με ήχους εντόμων που έκαναν ηχώ, νυχτερίδες και το ελάχιστο φως που σήμαινε ότι με δυσκολία μπορούσα να δω την απέναντι πλευρά αυτής της τεράστιας κατασκευής, η οποία είχε χτιστεί πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια πριν», θυμάται να σκέφτεται ο σκηνοθέτης. «Ενστικτωδώς ήξερα ότι αυτό είναι το μέρος για την ταινία. Έπρεπε να είναι εκεί».
Οι αυθόρμητες αποφάσεις «βασισμένες» στην ηχώ και τις σκιές συμβάδιζαν πλήρως με την ιδιοσυγκρασία της μπάντας, οπότε δεν ήταν κάτι που «ξένισε» κάποιο από τα μέλη της. Αλλωστε, οι συγκυρίες και οι «τυχαίες» αποφάσεις έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μετά-Μπάρετ εποχή της μπάντας και ήταν και βασικό κομμάτι της δημιουργίας του Dark Side of the Moon.
Οπως είχε δηλώσει στο Guitar World ο Ντέιβιντ Γκίλμουρ, οι πρώιμοι πειραματισμοί σε κομμάτια όπως το «Saucerful of Secrets» (η έμπνευση για το οποίο είχε προκύψει από τα «περίεργα σχέδια» του Ρότζερ Γουότερς και Νικ Μέισον) οδήγησε στη δημιουργία των «Atom Heart Mother» και «Echoes», με τα οποία μάλιστα ξεκίνησαν τη συναυλία οι Floyd. Αυτά τα κομμάτια, σύμφωνα με τον Γκίλμουρ, «οδηγούν με λογικό τρόπο στο Dark Side of the Moon».
Αυτό έκαναν και στην Πομπηία , όπου η μπάντα «απελευθερώθηκε για πρώτη φορά στο σινεμά», όπως διαφήμιζε μία αφίσα της εποχής, λίγο πριν «απελευθερώσουν» το Dark Side of the Moon και αλλάξουν την ιστορία της μουσικής.
Οταν γυρίστηκε η ταινία, η μπάντα είχε «τελειοποιήσει» τον πειραματικό ήχο και το άλμπουμ ανέδειξε τις δεινές συνθετικές ικανότητες του Ρότζερ Γουότερς και τις εκπληκτικές κιθαριστικές ικανότητες του Ντέιβιντ Γκίλμουρ.
Αν και είναι ταπεινόφρων, ο ρόλος του Γκίλμουρ ήταν καθοριστικός στη «γιγάντωση» της μπάντας στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ο ρόλος του, όπως ο ίδιος λέει ήταν «να βοηθάει στη δημιουργία ισορροπίας μεταξύ της αναρχίας και της δομής, της δυσαρμονίας και της αρμονίας». Ηταν, όπως γράφει το Rolling Stone, «ένας παθιασμένος, σολίστας των μπλουζ, μέσα σε μία μπάντα που σπανίως έπαιζε μπλουζ», όμως, «ήταν και το ίδιο επιδέξιος στον αβάν-γκαρντ αυτοσχεδιασμό», βοηθώντας έτσι στην πραγμάτωση των καλλιτεχνικών φιλοδοξιών των Pink Floyd.
O Γκίλμουρ επέστρεψε στο αμφιθέατρο της Πομπηίας το 2016, χωρίς τα υπόλοιπα μέλη των Pink Floyd, για να παίξει την πρώτη ανοικτή προς το κοινό συναυλία μετά από σχεδόν 2000 χρόνια, μία κίνηση που επίσης δεν φάνηκε επιτηδευμένη.
Η τεράστια σκηνή και τα smartphones του κοινού απέπνεαν μία ατμόσφαιρα συναυλίας σε στάδιο παρά αρχαίο αμφιθέατρο, «κλέβοντας» λίγο από το μυστήριο της ταινίας του 1972, αλλά τα σόλο και το μουσικό μεγαλείο του Γκίλμουρ, «ισοστάθμισαν» την κατάσταση.
με πληροφορίες από Open Culture