«Οι προοδευτικές δυνάμεις σε παγκόσμια κλίμακα οφείλουν να δώσουν βιώσιμες και συμπεριληπτικές λύσεις για το μέλλον του πλανήτη και της ανθρωπότητας», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στο διεθνές συνέδριο «Circle the MED Forum 2022» που διεξάγεται στο Ζάππειο.
Ο κ. Τσίπρας απαρίθμησε τις δυσοίωνες παγκόσμιες προκλήσεις και τις προκλήσεις των περιοχών της Μεσογείου, ειδικά της Ανατολικής Μεσογείου. Τόνισε την απειλή της κλιματικής αλλαγής, την αβεβαιότητα και τις ανισότητες εντός των χωρών και μεταξύ των χωρών, που «διαβρώνουν την κοινωνική συνοχή και αυξάνουν την ανασφάλεια», την πανδημία, τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς, τον πόλεμο στην Ουκρανία, που «έχουν διαταράξει τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας και οδηγούν σε αύξηση του πληθωρισμού, σε ελλείψεις βασικών αγαθών σε ενεργειακή και για ορισμένες περιοχές του πλανήτη και σε επισιτιστική κρίση».
Είπε ότι από την COP27 έρχονται καλά και κακά νέα, σημειώνοντας ως καλό νέο ότι «η Βραζιλία του προοδευτικού Προέδρου Λούλα επέστρεψε στη μάχη κατά της κλιματικής κρίσης ζητώντας η COP του 2025 να γίνει στον Αμαζόνιο», ενώ ως κακό «ότι απέχουμε πολύ από μια διεθνή πολιτική συνεννόηση που θα οδηγεί σε αποφασιστικά βήματα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ παρέπεμψε σε πρόσφατη παρέμβαση του Γάλλου οικονομολόγου Τομάς Πικετί, ότι «είναι αδύνατο να καταπολεμηθεί σοβαρά η κλιματική αλλαγή χωρίς μια βαθιά αναδιανομή του πλούτου, τόσο εντός των χωρών όσο και διεθνώς». Ο κ. Τσίπρας επεσήμανε ότι αν δεν εστιάσει η συζήτηση στο θέμα των τρομακτικών ανισοτήτων που διευρύνονται εντός και μεταξύ των κρατών η συζήτηση θα είναι ανούσια και πεόσθεσε ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η μείωση των ανισοτήτων αποτελούν στην ουσία δύο στόχους που πρέπει να τεθούν ταυτόχρονα και από κοινού, καθώς η επίτευξη του ενός προϋποθέτει επίτευξη του άλλου.
Όπως υπογράμμισε, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτεί δύσκολες αποφάσεις και πόρους και «η ενεργειακή μετάβαση, στην οποία όλοι συμφωνούμε, κοστίζει ακριβά. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα την πληρώσει»: «Οι πολλοί που κατέχουν το ελάχιστο μέρος του πλούτου ή κάποιοι λίγοι και ισχυροί που κατέχουν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πλούτου του πλανήτη». Σημείωσε πως αν τα βάρη της αναγκαίας ενεργειακής μετάβασης πέσουν στις πλάτες των πολλών, θα είναι μία διαδικασία οικονομικά εξοντωτική, που θα διαρρήξει την κοινωνική συνοχή και θα επιφέρει μεγάλες κοινωνικές εντάσεις, καθώς και άνοδο της ακροδεξιάς και των αρνητών της κλιματικής αλλαγής. Αν συμβεί το δεύτερο, τότε θα είναι μία διαδικασία αμοιβαία επωφελής και για το κλίμα και για τις κοινωνίες.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναφερόμενος στα χαμηλά και μεσαία στρώματα, σημείωσε ότι ταυτόχρονα θα πρέπει να προσφερθούν ασφάλεια, προστασία και ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος με αναγκαίες επενδύσεις δημόσιου και κοινωνικού οφέλους, οι οποίες πρέπει να χρηματοδοτηθούν. Αυτά θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν όχι από ελλείμματα που δημιουργούν χρέη, όπως είπε, με τους μεσαίους και αδύναμους να πληρώνουν τα σπασμένα, αλλά -τόνισε- «η λύση είναι η φορολόγηση των υπερβολικών κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και των υψηλών εισοδημάτων».
Όσον αφορά την ΕΕ ρώτησε «για ποια αλληλεγγύη μιλάμε», λέγοντας ειδικότερα ότι «η ενεργειακή κρίση αντιμετωπίζεται σαν να είναι μονάχα πρόβλημα επάρκειας και όχι πρόβλημα υψηλού κόστους», επισημαίνοντας ότι οι χώρες του Βορρά αντιμετωπίζουν κυρίως το πρόβλημα της επάρκειας. «Δεν γίνεται έτσι να πάμε μπροστά», υπογράμμισε, σχολιάζοντας πως σήμερα -μετά από έξι μήνες συζητήσεων στις συνόδους των υπουργών Ενέργειας και τις συνόδους κορυφής για να βρεθεί μια λύση που θα είναι κάποιες κατευθύνσεις ώστε να μειωθεί η πολύ υψηλή τιμή του φυσικού αερίου- συζητάνε ένα πλαφόν που είναι σχεδόν τρεις φορές πάνω από τη σημερινή τιμή. «Αυτό θα δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα, θα αυξηθεί η τιμή αν μπει εκεί το πλαφόν», συμπλήρωσε. Κατόπιν αυτών, υποστήριξε ότι «μιλάμε για αντιμετώπιση της κρίσης με παντελή έλλειψη αλληλεγγύης και αίσθησης του προβλήματος σε ό,τι αφορά το σύνολο της ΕΕ αλλά και με ανόητες πολιτικές επιλογές». Σχολίασε πως «ίσως θα έπρεπε το γραφείο της κ. Φον ντερ Λάιεν να πάει στο Βερολίνο, να είναι πιο εύκολη η μεταβίβαση των εντολών, γιατί Βερολίνο-Βρυξέλλες έχει μια απόσταση. Ή η καγκελαρία να μεταφερθεί στις Βρυξέλλες… ».
Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι «η ενεργειακή μετάβαση αποτελεί μονόδρομο αν θέλουμε να παραδώσουμε έναν βιώσιμο πλανήτη στις επόμενες γενιές. Σε αυτό όλοι θα συμφωνήσουμε, το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα επιτευχθεί και με ποιους όρους».
Ειδικότερα, είπε ότι «η αντικατάσταση του άνθρακα στις οικονομίες μας οφείλει να γίνει με φιλικές προς το περιβάλλον μορφές ενέργειας και όχι με άλλα ορυκτά καύσιμα, για να ανταποκριθούμε στην ανάγκη για ταχύτατη μείωση εκπομπών, αλλά και στις απαιτήσεις για ενεργειακή ασφάλεια». «Αυτό μάς διδάσκει τόσο η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης όσο και η αποτυχημένη επικοινωνιακή εξαγγελία της βίαιης απολιγνιτοποίησης χωρίς κατάλληλες δικλείδες ενεργειακής ασφάλειας και με ενίσχυση του εισαγόμενου φυσικού αερίου που αποφασίστηκε το 2019», πρόσθεσε.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε ότι το κόστος της ενεργειακής μετάβασης πρέπει να επιμεριστεί δίκαια μεταξύ των αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, αλλά και στο εσωτερικό των χωρών. «Όχι μόνο το κόστος της ενεργειακής μετάβασης, αλλά και το κόστος της ενεργειακής κρίσης», συμπλήρωσε, για να τονίσει πως «δεν είναι δυνατόν όλο το ρίσκο, οι προσαυξήσεις, τα χρηματιστηριακά παιχνίδια, η προεξόφληση κινδύνου να μετακυλίονται στον τελικό καταναλωτή, ενώ οι μεγάλες και εύρωστες επιχειρήσεις δεν αναλαμβάνουν κανέναν κίνδυνο».
Ο ίδιος επεσήμανε ότι με τον κίνδυνο ενεργειακής φτώχειας και αποκλεισμού μεγάλων κοινωνικών ομάδων από τη διαδικασία της πράσινης μετάβασης έρχεται και ο κίνδυνος για αύξηση των ανισοτήτων, κάτι που θα οδηγούσε σε αποτυχία του εγχειρήματος της πράσινης μετάβασης. «Το δικαίωμα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας σήμερα πλήττεται βάναυσα με την υφιστάμενη ενεργειακή κρίση και τις πολιτικές με τις οποίες αντιμετωπίζεται», είπε, υπογραμμίζοντας πως «συνεπώς, οι ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές θα πρέπει να διασφαλίζουν την πρόσβαση σε καθαρή ενέργεια σε προσιτές τιμές και για την κοινωνία αλλά και για την οικονομία και, παράλληλα, να διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξουν εκπτώσεις έναντι των κλιματικών μας στόχων, που είναι ο μόνος δρόμος για ένα βιώσιμο μέλλον».
Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι αυτή η μετάβαση έχει και πολλά αναπτυξιακά οφέλη, «τα οποία, επίσης, πρέπει να κατανεμηθούν δίκαια». Ειδικότερα, σημείωσε πως «η τεχνολογία σήμερα επιτρέπει την αποκέντρωση της παραγωγής ενέργειας ώστε κάθε μικρός και μεγάλος καταναλωτής, κάθε νοικοκυριό και μικρομεσαία επιχείρηση να μπορεί να παράγει την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνει με την αξιοποίηση ΑΠΕ κι έτσι να προστατεύεται από τις υψηλές τιμές ενέργειας». Όμως, τόνισε, «για να υλοποιηθεί ένας τέτοιος στόχος απαιτούνται δημόσιες πολιτικές και δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες είναι δυνατόν να κινητοποιήσουν πολλαπλάσιους ιδιωτικούς πόρους». Όπως υποστήριξε, τέτοιες δημόσιες πολιτικές αποτελούν πραγματικά προοδευτικές πολιτικές.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επεσήμανε ότι η Μεσόγειος και ειδικά η Ανατολική Μεσόγειος έχει εξαιρετικό δυναμικό σε ΑΠΕ και πως «οι χώρες της Μεσογείου έχουν κάθε λόγο να συνεργαστούν μεταξύ τους, να επενδύσουν στην πράσινη μετάβαση και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται». Σε αυτό το πλαίσιο, υπογράμμισε, «πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα η επένδυση στις αναγκαίες διασυνδέσεις μεταξύ των χωρών ιδίως στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς η ανάπτυξη των εθνικών συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας με νέα διασυνοριακά έργα μεταφοράς θα διευρύνουν τον ηλεκτρικό χώρο και θα επιτρέψουν την ταχύτερη και ασφαλέστερη ενσωμάτωση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού ΑΠΕ στις διασυνδεδεμένες χώρες».
«Νομίζω εκεί είναι το μέλλον», ανέφερε «χωρίς να υποτιμώ καθόλου την ανάγκη να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα να ερευνήσουμε τη διαθεσιμότητα φυσικών πόρων στην περιοχή μας, είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε τι έχουμε». Αλλά, σημείωσε, «είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε προς τα πού κατευθύνεται το μέλλον και αυτό κατευθύνεται στην αναγκαιότητα όλων να πάμε στις ΑΠΕ». «Άρα, το μέλλον στην περιοχή μας έχει να κάνει με την ταχύτερη δυνατή προοπτική της διασύνδεσης και ηλεκτρικών δικτύων και με την εξάπλωση των ΑΠΕ για να αξιοποιήσουμε το τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου», συμπλήρωσε. «Τα λέω εγω αυτά κ. Μανιάτη», συνέχισε, απευθυνόμενος στον πρώην υπουργό που ήταν παρών στην αίθουσα, «που υπέγραψα τη συμφωνία με την Exxon Mobil και την Total το 2019 αφού χωρίσαμε τους χάρτες και όλα αυτά βασίστηκαν και σε έναν νόμο που εσείς είχατε φτιάξει». «Οφείλουμε να κάνουμε το παν για να γνωρίζουμε και να αξιοποιήσουμε τον πλούτο της πατρίδας μας, αλλά οφείλουμε να βλέπουμε μπροστά όχι μόνο στην επόμενη 5ετία, αλλά στην επόμενη 10ετία, 20ετία, 30ετία, το μέλλον είναι οι ΑΠΕ και εκεί ο πλούτος της πατρίδας μας είναι ανεξάντλητος», τόνισε.
Καταληκτικά, ο κ. Τσίπρας επεσήμανε ότι σύμμαχοι στην προσπάθεια συνεργασίας και ανάδειξης των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της Ανατολικής Μεσογείου πρέπει να είναι και οι επιχειρήσεις, το ανθρώπινο κεφάλαιο, οι εμπορικές σχέσεις, η ανάδειξη των πολιτιστικών αγαθών και της παιδείας. «Είναι καιρός να επενδύσουμε σε αυτά, να ανατρέξουμε σε αυτά που μας ενώνουν και να περιθωριοποιήσουμε όσα μας χωρίζουν», είπε. Υπογράμμισε ότι «μας χωρίζουν πολλά, επιχειρηματικοί και γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, προσπάθειες κατασπατάλησης πεπερασμένων φυσικών μας πόρων. Βεβαίως αυτό που μας χωρίζει και είναι ανυπέρβλητο είναι η παραβίαση του διεθνούς δικαίου, εκεί πρέπει να είμαστε κάθετοι». Όμως, πρόσθεσε, «μας ενώνουν η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος, οι πανανθρώπινες αξίες του σεβασμού στην ανθρώπινη αξία και την αλληλεγγύη και η κοινή πολιτιστική μας κληρονομιά». «Σεβόμενοι το διεθνές δίκαιο νομίζω ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε τολμηρές κινήσεις για την αξιοποίηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της περιοχής μέσα από τη συνεργασία που θα φέρει την κοινωνική ευημερία και την πρόοδο στην περιοχή», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.