Τάσεις εργασιακής φυγής στις γενιές των Μνημονίων

©Shutterstock

Οι νέοι που μεγάλωσαν μέσα στη δεκαετία της κρίσης ψηφίζουν «προσωπική ζωή» αντί για «καριέρα» και ξεκινούν μία διαφορετικού τύπου επανάσταση που αφορά την αγορά εργασίας, αλλάζοντας έτσι το μέλλον στη διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού.

Ρενάτο Λέκκα/ActionPress

Στην Ελλάδα οι ταλαιπωρημένες γενιές των Μνημονίων, δηλαδή όσοι σήμερα είναι μεταξύ 30-40 ετών, μπήκαν στην αγορά εργασίας ή και αμείβονται για πολλά χρόνια υπό συνθήκες κρίσης. Δεν είχαν και δεν έχουν πολλά περιθώρια για αναζήτηση καλύτερων θέσεων εργασίας καθώς ο παράγοντας επιβίωση συνεχίζει να αποτελεί προτεραιότητα αλλά και εξαιτίας των περιορισμένων θέσεων εργασίας και χαμηλών αποδοχών που κυριαρχούν ακόμα στην ελληνική αγορά.

Η τάση της μεγάλης παραίτησης μπορεί να είναι ακόμα σε νηπιακή φάση όμως έχει μπει στα ελληνικά σύνορα. Σε παγκόσμια κλίμακα κυριαρχεί το φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης» όπου εργαζόμενοι αποχωρούν από τις δουλειές τους διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες, αποδοχές, αλλά κυρίως αναζητούν ποιότητα ζωής. Στην Ελλάδα,  το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι εργαζόμενοι στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης. Οι επιχειρήσεις στον τομέα αυτόν εφέτος γνώρισαν κάτι πρωτόγνωρο: δεν έβρισκαν προσωπικό. Οι χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας που παρατηρήθηκαν τη φετινή σεζόν ήταν αποτέλεσμα των εξοντωτικών ωραρίων και των μην ευνοϊκών συνθηκών εργασίας. 

©Shutterstock

Millenials-Gen Z: Απορρίπτουν θέσεις εργασίας και διεκδικούν ποιότητα ζωής

Ο όρος «Μεγάλη Παραίτηση» ξεκίνησε από το 2021, όταν οι εργαζόμενοι μετά την τηλεργασία, εξαιτίας της πανδημίας, αναθεώρησαν και επανεξέτασαν τις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες. Η διαφορά όμως μεταξύ της Αμερικής, της Ευρώπης και της Ελλάδας, είναι μεγάλες. Δηλαδή, στις ΗΠΑ η ανεργία είναι στο 3%, στην Ευρώπη στο 6% και στην Ελλάδα στο 12%. Ο μέσος μισθός στη χώρα μας είναι περίπου στα 1000 ευρώ, και ο κατώτατος κάτω από 700 ευρώ. Δεν υπάρχει καμία απολύτως σύγκριση, όμως η τάση της αναζήτησης καλύτερων συνθηκών ζωής και εργασίας αυξάνεται και στην Ελλάδα.

Για τον Ιούνιο, σύμφωνα με τα στοιχεία από το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη», οι νέες αυτές θέσεις εργασίας είναι σημαντικά μειωμένες σε σχέση με τις 73.502 που είχαν προκύψει πέρυσι. Υπήρξε επίσης σημαντική μείωση των θέσεων εργασίας στην ηλικιακή ομάδα 30-44 ετών, όπου χάθηκαν πάνω από 17.000 θέσεις εργασίας. τον Ιούνιο του 2022 κατεγράφησαν 310.853 απολύσεις – αποχωρήσεις, έναντι 238.147 το 2021. Έτσι, προέκυψαν φέτος τον Ιούνιο 54.389 νέες θέσεις εργασίας λιγότερες, συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα του 2021. Από το σύνολο των 329.966 προσλήψεων, μόνο οι 159.924 ή 48,47% πραγματοποιήθηκαν με όρους πλήρους απασχόλησης.

Οι γενιές της αμφισβήτησης

Ποιες είναι όμως οι γενιές των Millennials; Όσοι έχουν γεννηθεί από το 1981 έως το 1996. Και η Gen Z, όπου συγκαταλέγονται όσοι έχουν γεννηθεί από τα μέσα με τέλη της δεκαετίας του 1990 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2010. Τα στοιχεία της έρευνας Workmonitor της εταιρείας Randstad δείχνουν ότι το 37% των Gen Z και το 34% των Millennials δηλώνουν πρόθυμοι να αποχωρήσουν από την εργασία τους σε περίπτωση που τους επηρέαζε αρνητικά στην προσωπική τους ζωή. Ακόμα, το 39% της Gen Z και το 42% των Millennials έχουν αποχωρήσει από την εργασία τους στο παρελθόν, λόγω απώλειας της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.

Στην ελληνική αγορά εργασίας οι εργαζόμενοι (σε ποσοστό 74%) δηλώνουν ανοιχτοί σε νέες ευκαιρίες απασχόλησης, χωρίς αυτό να ημαίνει ότι δεν είναι ευχαριστημένοι από την εταιρεία όπου δουλεύουν. Οι μισοί από τους ερωτηθέντες (47%) δήλωσαν ότι μπορούν να βρουν γρήγορα μια νέα επαγγελματική θέση σε περίπτωση απώλειας της εργασίας τους. Το στοιχείο αυτό αποτελεί μια σαφή πιστοποίηση εμπιστοσύνης στην τρέχουσα αγορά εργασίας.

Προτεραιότητα η προσωπική ζωή

Στις νεότερες γενιές είναι βασική η προσωπική ζωή αντί της επαγγελματικής ζωής. Το 59% του δείγματος θέτει ως βασική του προτεραιότητα την προσωπική του ζωή έναντι της επαγγελματικής. Μάλιστα, το 40% θα επέλεγε να μην εργαστεί καθόλου σε περίπτωση που οι οικονομικές του αποδοχές δεν αποτελούσαν τροχοπέδη για την προσωπική του διαβίωση, αντί 48% παγκοσμίως. Το 95% των εργαζομένων δήλωσε ότι η διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής είναι πολύ σημαντική τόσο στην τρέχουσα όσο και στη μελλοντική του απασχόληση. Το 46% στην Ελλάδα δήλωσε ότι θα προτιμούσε να παραιτηθεί από την εργασία του αν αυτή τον εμπόδιζε να απολαύσει τη ζωή του. Το 28% των εργαζομένων θα προτιμούσε να παραμείνει χωρίς εργασία παρά να είναι δυσαρεστημένο σε μια θέση εργασίας, έναντι 33% παγκοσμίως.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ-ΕΡΕΥΝΑ β΄εξάμηνο 2022

59% βάζει προτεραιότητα την προσωπική ζωή 

40%  να μην εργαστεί καθόλου (αν οι αποδοχές δεν αποτελούσαν τροχοπέδη για διαβίωση)

28,4% της Gen Z και 28% των Millennials αναζητούν την επόμενη επαγγελματική ευκαιρία

Το 37% των Gen Z και το 34% των Millennials δηλώνουν πρόθυμοι να αποχωρήσουν σε περίπτωση που η εργασία τους επηρέαζε αρνητικά την προσωπική ζωή

Το 39% της Gen Z και το 42% των Millennials έχουν αποχωρήσει από την εργασία τους στο παρελθόν, λόγω απώλειας της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής

74% των Ελλήνων εργαζομένων είναι ανοιχτοί σε νέες ευκαιρίες

85% προτεραιότητα το ευέλικτο ωράριο

79% η  ευελιξία στο χώρο εργασίας

ΠΗΓΗ: Workmonitor της εταιρείας Randstad 

Ένας στους 5 εργαζόμενους σχεδιάζει να παραιτηθεί από τη δουλειά του κατά τη διάρκεια του έτους 

Η πλειονότητα θεωρεί ότι μπορεί να πετύχει έναν υψηλότερο μισθό ή περισσότερη προσωπική ικανοποίηση. 

Το 26%  προτιμά πλήρες ωράριο με τηλεργασία

 Η αύξηση αποδοχών είναι το κύριο κίνητρο για την αλλαγή εργασίας >71%), 

 Τα τρία κορυφαία ζητούμενα για τους εργαζομένους είναι η επιθυμία εργασίας από την οποία αντλούν ικανοποίηση (69%) και  είναι πραγματικά ο εαυτός τους (66%)

Το 47% δίνουν προτεραιότητα στο να μπορούν να επιλέξουν τη τοποθεσία εργασίας 

Πηγή: Διεθνή στοιχεία, PWC 

Σύμφωνα με άλλη έρευνα της PwC, ένας στους 5 εργαζόμενους σχεδιάζει να παραιτηθεί από τη δουλειά του κατά τη διάρκεια του έτους. Η πλειονότητα θεωρεί ότι μπορεί να βρει έναν υψηλότερο μισθό ή περισσότερη προσωπική ικανοποίηση.  Η έρευνα αναφέρει ότι το 35% σχεδιάζει να ζητήσει από τον εργοδότη του υψηλότερο μισθό τους επόμενους 12 μήνες. Η μισθολογική πίεση είναι υψηλότερη στον τομέα της τεχνολογίας, όπου το 44% των εργαζομένων που ερωτήθηκαν σκοπεύουν να ζητήσουν αύξηση.  Αν και η αύξηση αποδοχών είναι το κύριο κίνητρο για την αλλαγή εργασίας (71%), η επιθυμία εργασίας από την οποία αντλούν ικανοποίηση (69%) και στην οποία είναι πραγματικά ο εαυτός τους (66%) συμπληρώνουν τα τρία κορυφαία ζητούμενα για τους εργαζομένους. 

©Shutterstock

Σχεδόν οι μισοί (47%) έδωσαν προτεραιότητα στο να μπορούν να επιλέξουν τη τοποθεσία εργασίας τους. Οι εργαζόμενοι που είναι πιθανό να αναζητήσουν νέο εργοδότη τους επόμενους 12 μήνες αισθάνονται αντίστοιχα λιγότερο ικανοποιημένοι με τον τωρινό εργοδότη τους. Η έρευνα έδειξε ότι οι εργαζόμενοι επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αντίκτυπο του εργοδότη τους στην οικονομία, το κλίμα και την κοινωνία. Οι μισοί από αυτούς (53%) θεωρούν ότι είναι σημαντικό ο εργοδότης τους να λειτουργεί με διαφάνεια σε ότι αφορά στον αντίκτυπό του στο περιβάλλον ενώ τα δύο τρίτα (65%) θεωρούν ότι η διαφάνεια αναφορικά με την υγεία και την ασφάλεια είναι εξίσου σημαντική. 

Αντίστοιχα υψηλό είναι το ποσοστό που ενδιαφέρεται για θέματα διαφάνειας σχετικά με τον οικονομικό αντίκτυπο της επιχείρησης (60%) ενώ ακολουθούν με 54% τα ζητήματα που αφορούν τη διαφορετικότητα και τη συμπερίληψη.

Αναζητούν λύση

Στο υπουργείο Εργασίας παρακολουθούν και εξετάζουν τα δεδομένα, ενώ στις συζητήσεις για το ποια θα μπορούσε να είναι η λύση στο πρόβλημα δεν έχουν ακόμα κάτι συγκεκριμένο. Πάντως, αυτό που κυριαρχεί είναι τα κίνητρα για την ανασφάλιστη εργασία και η παροχή στέγης και μισθού (σε επαγγέλματα κυρίως εποχιακά). Αυτό που τονίζουν στελέχη του υπουργείου είναι πως εάν το πρόβλημα γίνει πιο έντονο τότε χρειάζεται έναν νέο σχεδιασμό πολιτικής. «Δεν είμαστε ακόμα εκεί, δεν έχουμε φτάσει σε αυτό το ζήτημα», λένε συγκεκριμένα. Την ίδια ώρα τεράστια είναι τα προβλήματα που παρατηρούνται στην έλλειψη εργατικού δυναμικού για θέσεις εργασίας στην πληροφορική. Η κυβέρνηση στη παρούσα φάση προσπαθεί να βρει φόρμουλα για την εξεύρεση λύσης. Το «brain-drain» έχει κοστίσει πάρα πολύ. 

«Υπαρκτή η τάση παραίτησης»

Γιάννης Καρούζος/Δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος

Εργατολόγοι, κοινωνιολόγοι και οικονομικοί αναλυτές παρακολουθούν έντονα το θέμα της «Μεγάλης Παραίτησης». Κρούουν το καμπανάκι για τους κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσει η Ελληνική Οικονομία στο μέλλον. «Τα δεδομένα της Μεγάλης Παραίτησης στην Ελλάδα βρίσκονται προς τάση σε χαμηλά ποσοστά αλλά υπαρκτά», λέει στο Action24Press ο δικηγόρος – εργατολόγος Γιάννης Καρούζος.

Ο κ. Καρούζος απαρριθμεί και τις αιτίες του προβλήματος τόσο με βάση την Ελλάδα όσο και πανευρωπαϊκά:

  • Η πανδημία που μετέβαλε τον τρόπο παροχής εργασίας με τη δυνατότητα της εξ αποστάσεως εργασίας και του smart working
  • Η κόπωση ειδικά στους νέους από τις συνθήκες εγκλεισμού της πανδημίας και την ανάγκη μεγιστοποίησης της αξίας μίας άλλης ζωής που να αναδεικνύει ως προτεραιότητα την εξισορρόπηση μεταξύ του επαγγελματικού και προσωπικού βίου
  • Η αισιοδοξία ανεύρεσης μιας άλλης εργασίας ποιοτικά καλύτερης
  • Το γεγονός ότι πολλοί εργαζόμενοι θα επιδοτηθούν με ένα επίδομα ανεργίας και ταυτόχρονα με την αμοιβή ορισμένων ημερών ανασφάλιστης εργασίας που διαμορφώνει ένα μηνιαίο εισόδημα ανάλογο του μισθού μίας οκτάωρης πενθήμερης απασχόλησης

Πραγματική Ιστορία: «Παραιτήθηκα και πλέον πουλάω κούκλες στο Instagram»/Πρώην εργαζόμενη

Πρώην εργαζόμενη σε μεγάλο λογιστικό γραφείο της Αθήνας μιλώντας στο Action24Press για την «μεγάλη παραίτηση» της λέει:

«Εργαζόμουν έξι μέρες την εβδομάδα με μισθό στα 850 ευρώ, ένας μισθός που δεν έφτανε για τα έξοδα μου με την πίεση στη δουλειά να είναι έντονη, ευτυχώς στην περίπτωσή μου έχω την στήριξη των γονέων μου. Η επιλογή που έκανα για μένα ήταν καλύτερη δουλειά ή καλύτερα στο σπίτι μου». Στην ερώτησή μας πως βιοπορίζεται χωρίς εργασία απαντά: «Αρχικά έχω περιορίσει πάρα πολύ τα έξοδα μου, πολλές φορές στην Ελλάδα ξεχνάμε τα έξοδα που έχουν οι εργαζόμενοι για να πάνε στις δουλειές τους. Καύσιμα, πάρκινγκ, καφέδες, κτλ. Αυτά τέλος. Στην αρχή είχα τη στήριξη των γονέων μου. Τώρα όσο αστείο μπορεί να φανεί σε κάποιους μέσα στην καραντίνα έμαθα να πλέκω και μέσω instagram πουλαώ κούκλες που σχεδιάζω εγώ μόνη μου. Σίγουρα δεν φτάνουν για όλα μου τα έξοδα αλλά είναι κάτι. Επίσης για να μην παρεξηγηθώ, θα γύριζα πάλι στον ιδιωτικό τομέα, δεν αποφεύγω τη δουλειά αλλά ζητώ κάποιες καλύτερες συνθήκες. Σας θυμίζω τον κόπο που κάναμε εμείς οι λογιστές τα δύο χρόνια της πανδημίας με επιδόματα, επιστρεπτέες κτλ, αυτό δε θέλω να το ξαναζήσω. Σίγουρα θα επιστρέψω στη δουλειά μου. Εκτός αν πάνε καλά τα σχέδια μου και οι πωλήσεις μου, αυτό θα ήταν τέλειο».

Η εργασία γέμισε άγχος και έγινε… «ασθένεια»

Αλέκα Κορωναίου/Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας

Ο κοινωνικός αντίκτυπος της παραίτησης των εργαζόμενων είναι έντονος όχι όμως μη αναμενόμενος. Όπως εξηγεί η Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας Αλέκα Κορωναίου μιλώντας στο Action24Press είναι ένα ζήτημα το οποίο υπήρχε και στο παρελθόν καθώς εντοπίζεται η σύγκρουση ανάμεσα στην «καταναγκαστική εργασία» και τον «ελεύθερο χρόνο».

«Αυτό το οποίο ξέρουμε εδώ και πολλές δεκαετίες, από τις δεκαετίες 70 – 80 είναι (τουλάχιστον για την Ευρώπη) πως η εργασία δεν είναι μία αυθύπαρκτη κοινωνική αξία, δεν είναι αυτό που ήταν στο παρελθόν. Στο παρελθόν η εργασία αντιπροσώπευε μία κοινωνική αξία, ήταν και κοινωνικός δεσμός. Η εργασία μας συνδέει με την πραγματικότητα. Τις τελευταίες δεκαετίες αυτό άλλαξε. Η εργασία από χαρά και ικανοποίηση έχει γίνει μία κατάσταση υψηλότατου άγχους. Γίνεται μία ασθένεια», εξηγεί η κ. Κορωναίου.

Η συγγραφέας του βιβλίου «Όταν η εργασία γίνεται ασθένεια» Αλέκα Κορωναίου προσθέτει: «Για ένα μεγάλο κομμάτι εργαζόμενων η εργασία γινόταν ένα αδιέξοδο. Το σύστημα δε μπορούσε να λύσει τα αδιέξοδά του. Είχαμε μία μεγάλη στροφή στο εξής: ο ελεύθερος χρόνος γινόταν κοινωνικός χρόνος που είχε αξία για τους ανθρώπους, έβρισκαν μεγαλύτερη ικανοποίηση στον ελεύθερο χρόνο παρά την εργασία. Ο ελεύθερος χρόνος είναι η άλλη όψη του νομίσματος. Ο ελεύθερος χρόνος είναι σήμερα πρώτη αξία κοινωνική και μετά ακολουθεί η εργασία. Επομένως στις μέρες μας ήδη η εργασία ήταν περισσότερο καταναγκαστική δραστηριότητα που στόχο είχε όχι την ολοκλήρωση της προσωπικότητας. Ο άνθρωπος που είναι υποχρεωμένος να δουλεύει από το πρωί, στην ουσία πηγαίνει για την επιβίωση. Είναι μία καταναγκαστική συνθήκη».

Παράλληλα η κ. Κορωναίου τονίζει πως πλέον έχουμε φτάσει στην αποξένωση κυρίως γιατί εντός του εργασιακού περιβάλλοντος έχουν σπάσει οι κοινωνικοί δεσμοί. «Τα τελευταία χρόνια με τις μεγάλες αλλαγές έσπασαν οι κοινωνικοί δεσμοί στους χώρους εργασίας. Δεν υπάρχει πλέον προστατευτικό δίχτυ για το ψυχισμό των ανθρώπων. Έχουν σπάσει οι κοινωνικοί δεσμοί. Εργασία σήμαινε κοινωνία. Τώρα αυτό δεν ισχύει. Ο κάθε εργαζόμενος νιώθει μόνος και απροστάτευτος. Σήμερα ο εργαζόμενος δεν κάνει μία δουλειά που θα ήθελε ή έχει διαλέξει. Πτυχιούχοι σπουδάζουν κάτι διαφορετικό αλλά για να επιβιώσουν  δουλεύουν 10 με 15 ώρες την ημέρα σε κάτι που δεν φέρνει ικανοποίηση», λέει χαρακτηριστικά η Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας. 

Όσον αφορά την πανδημία και εάν αυτό επέσπευσε κάποιες καταστάσεις η κ. Κορωναίου απαντά: «Η πανδημία σήμανε μεγάλη ανατροπή στο εργατικό τοπίο, γιατί όταν οι άνθρωποι βρέθηκαν εγκλωβισμένοι – για υγειονομικούς λόγους –  το βίωσαν οδυνηρά. Για άλλους όμως ήταν ευκαιρία να ανακαλύψουν αυτό που πραγματικά θέλουν να κάνουν. Πολλοί ανακάλυψαν άλλα πράγματα που είχαν να κάνουν με την εργασιακή ταυτότητα τους. Ο μισθός από την άλλη είναι και αναγνώριση του κόπου και της προσπάθειας. Αυτό πολλές φορές δεν αμοίβεται. Η αξία της εργασίας δεν αμοίβεται. Υπάρχει αλλοτρίωση μέσα στην εργασία. Βιώνουν κάτι που τους είναι ξένο.

Πολλοί εργαζόμενοι από την καταναγκαστική δραστηριότητα συναντήθηκαν με την ικανοποίηση από άλλη δραστηριότητα. Μες την πανδημία υπάρχει κομμάτι της κοινωνίας που ανακάλυψε ότι μπορεί να είναι περισσότερο δημιουργικό. Υπήρξε η δημιουργία. Τους έδινε μεγάλη ικανοποίηση. Ενδεχομένως ανακάλυψαν πράγματα πιο αυθεντικά για τον εαυτό τους. Υπάρχει υπερβολικό άγχος στην εργασία στα επαγγέλματα φροντίδας και πρόνοιας γι’ αυτό και πολλοί νοσηλευτές δε θέλουν να επιστρέψουν. Πολλοί συνάνθρωποι μας, μέσα στην πανδημία ανακάλυψαν ότι μπορούν ακόμα και αν χάσουν λεφτά να έχουν μία άλλη δραστηριότητα που θα τους ικανοποιεί».

Για να ενημερώνεστε πάντα πρώτοι!

Κάνε εγγραφή στο Newsletter μας και απόκτησε πρόσβαση στα νέα πριν από όλους τους άλλους.