Λουκία Μιχαλοπούλου: «Στην “Ανθρώπινη Φωνή” όλοι αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας, γυναίκες και άνδρες…»

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Η ηθοποιός μιλά στο Action24Press για το εμβληματικό μονόπρακτο του Ζαν Κοκτώ που παρουσιάζουν από τον Οκτώβριο τα Αθηναϊκά Θέατρα στη σκηνή του Μικρού Χορν. Γιατί το χαρακτηρίζει τεράστια πρόκληση αλλά και δώρο για όποιον έχει τη δυνατότητα να το ερμηνεύσει.

Συνέντευξη στην Ίσμα Τουλάτου για το ActionPress

Mια νέα γυναίκα συνομιλεί στο τηλέφωνο με τον εραστή της ο οποίος την εγκαταλείπει για να παντρευτεί κάποια άλλη. Περικυκλωμένη από την έννοια του θανάτου, βιώνει τον πόνο του έρωτα που ενώ ήταν πηγή ζωής έχει μετατραπεί σ’ ένα καταστροφικό συναίσθημα. Ολ’ αυτά στο μονόπρακτο του Ζαν Κοκτώ  «Η Ανθρώπινη Φωνή» που παρουσιάζουν τη νέα σεζόν  τα Αθηναϊκά Θέατρα στο  Μικρό Χορν.

Μετά την μεγάλη επιτυχία της παράστασης «Γίδα ή Ποιά είναι η Σύλβια;» η ηθοποιός Λουκία Μιχαλοπούλου συναντά εκ νέου τον σκηνοθέτη Νικορέστη Χανιωτάκη σ’ ένα εμβληματικό κείμενο που κατά καιρούς αναμετρήθηκαν μαζί του κορυφαίες ηθοποιοί διεθνώς, ενώ στην Ελλάδα αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία της Ελλης Λαμπέτη.

Καθώς οι πρόβες συνεχίζονται και η αντίστροφη μέτρηση για την πρεμιέρα στις 3 Οκτωβρίου  έχει ήδη αρχίσει, η Λουκία Μιχαλοπούλου μιλά στο Action24Press για την πρόκληση του συγκεκριμένου ρόλου και τη διαχρονική επικαιρότητά του αλλά και γενικότερα για τη δουλειά και τα άμεσα σχέδιά της.

-Πώς σας προέκυψε η «Ανθρώπινη Φωνή»;

Με τον Νικορέστη Χανιωτάκη, τον σκηνοθέτη της παράστασης, είχαμε μια έντονη και πολύ δημιουργική συνεργασία στη «Γίδα» του Εντουαρντ Αλμπι. Η παράσταση παίχτηκε τρία χρόνια, την αγαπήσαμε ιδιαίτερα και δουλέψαμε πολύ ωραία μαζί. Είχαμε πάντα, λοιπόν, στο μυαλό μας ότι θα ξαναβρεθούμε. Σε μια από τις τελευταίες παραστάσεις της «Γίδας», στην προτελευταία αν θυμάμαι καλά, ήρθε ο Νικορέστης και μου λέει «Λυδία, νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε την «Ανθρώπινη Φωνή» του Κοκτώ». Είναι ένα έργο που αγαπούσα ανέκαθεν τρομερά, ένα συγκλονιστικό κείμενο, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω αν θα έπαιρνα μόνη μου την πρωτοβουλία να πω «πάω τώρα να κάνω έναν μονόλογο». Ωστόσο, επειδή εμπιστεύομαι το ένστικτο του Νικορέστη και η παραγωγή – τα Αθηναϊκά Θέατρα- το αγκάλιασε με θέρμη είπα «πάμε να το κάνουμε».

– Το γεγονός ότι πρόκειται για κείμενο με το οποίο έχουν κατά καιρούς αναμετρηθεί κορυφαίες ηθοποιοί διεθνώς πώς το αντιμετωπίζετε;

Πρόκειται για συγκλονιστική άσκηση ερμηνευτικά, τεράστια πρόκληση αλλά και μεγάλο δώρο για όποιον  έχει τη δυνατότητα να το παίξει. Προσωπικά έχω ασχοληθεί με πολύ δύσκολα κείμενα. Εν προκειμένω, ενώ η ιστορία του είναι πολύ ανθρώπινη και μπορούμε όλοι ν΄αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας, άνδρες και γυναίκες, εντούτοις από ερμηνευτικής πλευράς παρουσιάζει τρομακτική δυσκολία. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα τηλεφώνημα. Οι δυο ήρωες έχουν χωρίσει και η γυναίκα περιμένει το τελευταίο τηλεφώνημα που θα της κάνει αυτός ο άνδρας ο οποίος είναι για την ίδια ο αέρας που αναπνέει, όλη της η ζωή. Της έχει ανακοινώσει ότι χωρίζουν κι αυτή επί δύο ημέρες βρίσκεται επάνω από το τηλέφωνο και περιμένει να την καλέσει. Ολη η ιστορία, λοιπόν, κινείται γύρω απ΄αυτό το τηλεφώνημα. Τί έχει πετύχει ο Κοκτώ; Βλέπεις τη γυναίκα αλλά βλέπεις και τον άνδρα, τον εμφανίζει. Είναι τρομερά ζωντανός και γλαφυρός ο διάλογος αυτός. Η δυσκολία είναι ότι πρέπει να «χτίσω» όλη την κουβέντα, αυτά που δε λέγονται. Εχει τρομερή δυσκολία γιατί η ροή μιας συζήτησης στο τηλέφωνο έχει διάφορα «πηδήματα». Στην πραγματικότητα καλούμαι να φτιάξω ένα ολόκληρο κείμενο από πίσω, κι αυτό δουλεύουμε αυτή τη στιγμή  με τον Νικορέστη: το τί μου λέει αυτός ο άνδρας ώστε να μπορώ να κινώ τη συζήτηση. Δύσκολο, μαγικό και πάρα πολύ ενδιαφέρον….

– Το γεγονός ότι θα βρεθείτε μόνη στη σκηνή αλλά και στο καμαρίνι τί σκέψεις σας δημιουργεί;

Οταν πρωτοβγήκα από τη σχολή είχα την τύχη να ερμηνεύσω ένα τρομερό κείμενο της Μάρως Δούκα με τίτλο «Σας αρέσει ο Μπραμς» σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη. Τότε είχαμε τρεις μονολόγους οπότε είμασταν τρεις… Αυτό το «μόνη στο καμαρίνι», όμως, είναι κάτι που δεν το’ χω ξαναζήσει, δεν ξέρω πώς είναι όλο αυτό, δεν έχω ιδέα. Στη σκηνή, ωστόσο, δεν είσαι ποτέ μόνος σου. Θέλω να πω ότι ο μονόλογος εμπεριέχει τόσους πολλούς διαλόγους που μπορεί να είναι ακόμη και με το κοινό- όπως το κείμενο για το οποίο μίλησα προηγουμένως το οποίο είχε πολύ άμεση σχέση με τον θεατή. Εδώ η ηρωίδα είναι στον χώρο της και όπως είπα η πρόκληση έχει να κάνει με το ότι πρέπει να ζωντανέψω δυο ανθρώπους, τη γυναίκα και τον άνδρα…

– Οταν έγραψε αυτό το κείμενο ο Κοκτώ θα μπορούσε να πει κανείς ότι είχε και προφητικό χαρακτήρα, σ΄ό,τι έχει να κάνει με τη σχέση του ανθρώπου με την τεχνολογία. Τώρα στην εποχή των έξυπνων κινητών, τί σκέπτεσθε επ΄αυτού;

Ηταν πράγματι προφητικό. Είναι τρομερό το πώς η τεχνολογία εισβάλλει στη ζωή μας και τί σημαίνει έχω τη δυνατότητα να είμαι κοντά με κάποιον αλλά στην πραγματικότητα να μην είμαι. Το σχόλιο του Κοκτώ είναι εξαιρετικά επιτυχημένο. Αν σκεφτούμε κι αυτό που ζήσαμε πρόσφατα με τον κόβιντ και την καραντίνα, το θέμα της απόστασης, το γεγονός ότι δεν μπορεί ν΄αγγίξεις τον άλλον… Τώρα, βέβαια, έχουμε και τις κάμερες και είναι τρομερό ότι διαθέτουμε πράγματι όλες αυτές τις δυνατότητες. Ολ΄αυτά όμως, ενώ φαινομενικά μας φέρνουν κοντά, την ίδια στιγμή μας απομακρύνουν κιόλας. Αυτό είναι το σχόλιο που κάνει ο Κοκτώ. Ναι μεν έχουμε τη δυνατότητα να μιλάμε αλλά αν ήμασταν κοντά, μ΄ένα βλέμμα, ίσως και ν΄αλλαζε κάτι. Με το τηλέφωνο δεν έχεις αυτή την ευκαιρία, ό,τι έγινε έγινε…

-Τί σκέπτεσθε, αλήθεια, γι΄αυτή την περίοδο του εγκλεισμού, της απομόνωσης αλλά και για την επάνοδο στη λεγόμενη κανονικότητα;

Μετά τον κόβιντ, αυτό που νιώθαμε είναι ότι μας έλλειπε η επαφή, ανυπομονούσαμε να βγούμε από την καραντίνα για να δούμε, αρχικά, ο ένας τον άλλον ακόμη κι αν φοβόμαστε την αφή, το αγκάλιασμα. Θεωρώ ότι τελικά έχουμε μπλοκαριστεί απ΄αυτή την ιστορία, υπάρχει ένα περίεργο κράτημα που δεν έχει να κάνει με τον κόβιντ γιατί κανείς δεν προσέχει, αλλά με κάτι άλλο. Αυτή η ιστορία μας απομόνωσε, μας έκλεισε περισσότερο. Μας έκανε πιο φοβικούς, πιο σκληρούς με τους απέναντι, δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει μια τάση όλοι ν΄αρπαχτούν με όλους. Είναι πολύ παράξενο το πώς μας απομόνωσε αυτή η ιστορία, μας φόβισε…

Ωστόσο ο κόσμος επέστρεψε στο Θέατρο…

Ναι κι αυτό είναι πράγματι συγκινητικό. Δεν ξέρω πώς θα είναι τον χειμώνα. Μου’ χει λείψει πολύ να βλέπω το κοινό χωρίς μάσκα. Με τη μάσκα είναι πολύ ψυχρό, μπαίνουν εμπόδια, θέλει πολύ περισσότερη προσπάθεια ν΄αγγίξεις τον θεατή. Η μάσκα σε κρατάει πίσω, κρύβεσαι, ο άλλος δεν σε βλέπει. Προσωπικά, όταν προχωράω στον δρόμο και δεν έχω όρεξη να συναντήσω και να χαιρετήσω, φοράω τη μάσκα. Δεν πολυφαίνομαι…

«Καπετάν Μιχάλης» με Αιμίλιο Χειλάκη

– Πέρα από την «Ανθρώπινη Φωνή» θα κάνετε κάτι άλλο τη νέα σεζόν;

– Ναι, θα κάνω μια ταινία,  τον «Καπετάν Μιχάλη» του Καζαντζάκη σε σκηνοθεσία του Κώστα Χαραλάμπους, με τον Αιμίλιο Χειλάκη. Θα’ χουμε γυρίσματα στην Κρήτη, οπότε στο διάστημα Οκτωβρίου-Νοεμβρίου θα είμαι σ΄ένα πηγαινε-έλα. Για τη συνέχεια είμαι σε συζητήσεις. Το μυαλό μου και η ψυχή μου είναι τόσο πολύ δοσμένα στον Κοκτώ που δε μου μένει χώρος για τίποτ’ άλλο. Κάποια στιγμή που πήγα να κάνω κάτι παράλληλα, πέρα από διάφορες άλλες δυσκολίες σκέφτηκα «δεν πειράζει, αυτή η γυναίκα, η ηρωίδα, χαρακτηρίζεται από πίστη κι αφοσίωση στον συγκεκριμένο άνδρα. Δεν μπορώ εγώ να μην αφοσιωθώ τουλάχιστον σ΄αυτήν…»

Την περασμένη σεζόν σας είδαμε στον «Ορκο», το σήριαλ που μεταδόθηκε από την κρατική τηλεόραση. Σας ενδιαφέρει η μικρή οθόνη;

Πέρυσι στο θέατρο είχα τη «Γίδα» η οποία ήταν επανάληψη οπότε είπα ότι μπορώ να το συνδυάσω και να μπει κι ένα σήριαλ στο πρόγραμμά μου. Ηταν βέβαια πολύ απαιτητικό γιατί κάναμε σχεδόν κάθε μέρα ένα γύρισμα. Τώρα είμαι σε φάση που στήνεται μια καινούρια παράσταση, δε θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, ειδικά από τη στιγμή που όλο το πράγμα στηρίζεται τόσο επάνω μου. Το βρίσκω και γελοίο, δεν είμαι εγώ αυτό. Τώρα αν προκύψει μια ενδιαφέρουσα πρόταση στη συνέχεια και οι συνθήκες το επιτρέπουν, θα ξαναέκανα κάτι…

-Θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση… Σε ποιά σειρά θα τα τοποθετούσατε;

Είναι πολύ διαφορετικά είδη. Η έναρξή τους, βέβαια, είναι κοινή. Μπορώ να πω ότι το θέατρο είναι το σπίτι μου, η βάση. Σαφώς προτιμώ τον κινηματογράφο από την τηλεόραση από την άποψη ότι δεν πολυσυμπαθώ τους τηλεοπτικούς ρυθμούς, παρόλο που αποτελούν τρομερή άσκηση για τον ηθοποιό. Ωστόσο, αυτοί οι ρυθμοί σ΄αναγκάζουν να γίνεσαι πρόχειρος κι επιφανειακός, αλλιώς δε βγαίνει. Δεν είναι το καλύτερό μου, αλλά είναι πολύ ωραίο να περνάς απ΄αυτό γιατί εξασκείσαι. Ξέρεις ότι δεν έχεις χρόνο, οπότε λες «πάμε κι ό,τι γίνει». Ωραίο είναι, απλώς όχι για πολύ. Θέλει μεγάλη ικανότητα διαχείρισης γιατί μπορεί να δημιουργηθεί η  ψευδαίσθηση ότι τα πράγματα είναι εύκολα. Δεν είναι εύκολα, απλά καλείσαι να κάνεις δύσκολα πράγματα πάρα πολύ γρήγορα…

Info:

Η «Ανθρώπινη Φωνή» του Ζαν Κοκτώ

  • Πρεμιέρα  3 Οκτωβρίου 2022 / Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00
  • Θέατρο Μικρό Χορν
  • Πρωταγωνιστεί η Λουκία Μιχαλοπούλου
  • Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
  • Σκηνικά-κοστούμια: Αρετή Μουστάκα

Για να ενημερώνεστε πάντα πρώτοι!

Κάνε εγγραφή στο Newsletter μας και απόκτησε πρόσβαση στα νέα πριν από όλους τους άλλους.