Στην τηλεόραση ετοιμάζεται να αποχαιρετήσει τον ρόλο του σκοτεινού Δούκα Σεβαστού, ενώ στο θέατρο ερμηνεύει τον ρόλο ενός διεφθαρμένου υπουργού στην ανατρεπτική κωμωδία «Η μεγάλη πλεκτάνη». Ο γνωστός ηθοποιός , σε ένα διάλειμμα από το απαιτητικό του πρόγραμμα, μιλά στο Action24Press για την εμπειρία του στις «Αγριες Μέλισσες», για τις κωμωδίες που λατρεύει, αλλά και για τις «διακρίσεις πολυτελείας» μεταξύ ποιοτικού και εμπορικού
Συνέντευξη στην Ισμα Τουλάτου για το ActionPress
O Λεωνίδας Κακούρης δε χρειάζεται προφανώς ιδιαίτερες συστάσεις αφού μετρά κάμποσα χρόνια επιτυχημένης καριέρας στο θέατρο, στην τηλεόραση αλλά και στον κινηματογράφο. Την τελευταία τριετία μπαίνει κάθε βράδυ σχεδόν σε κάθε ελληνικό σπίτι ενσαρκώνοντας τον «σκοτεινό» Δούκα Σεβαστό στις «Αγριες Μέλισσες», το σήριαλ του Ant1 που γνώρισε ξεχωριστή επιτυχία και πλέον οδεύει στο φινάλε το οποίο αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Κι ενώ μετράμε αντίστροφα για το τέλος των «Μελισσών», ο Λεωνίδας Κακούρης φέτος το καλοκαίρι πρωταγωνιστεί στην ανατρεπτική κωμωδία του Jordi Galceran «Η μεγάλη πλεκτάνη» που παίζεται ως τις 3 Ιουλίου στο θερινό θέατρο «Λαμπέτη» για να ακολουθήσει μεγάλη περιοδεία ανά την Ελλάδα. Μιλήσαμε σ΄ένα διάλειμμα από το εξαιρετικά απαιτητικό του πρόγραμμα και είπαμε διάφορα: για τον φετινό του ρόλο στο θέατρο, για τη σχέση του με την κωμωδία, για το κατά πόσο τον «σφράγισε» ο ρόλος του Δούκα Σεβαστού, αλλά και για τα επόμενα σχέδιά του…
- Να αρχίσουμε με μια κουβέντα για τον ρόλο σας στο θεατρικό «Η μεγάλη πλεκτάνη»; Ποιος είναι ο ήρωας που υποδύεστε;
Ερμηνεύω τον Ισίδρο Γκαλιάνα, έναν άνθρωπο ο οποίος μέχρι το πρωινό της ημέρας που τον βλέπουμε στη σκηνή ήταν Υπουργός Βιομηχανίας και Ενέργειας. Ωστόσο, βρίσκεται υπόλογος ενός σκανδάλου περί χρηματισμού κι αποφασίζει να εκπληρώσει την τελευταία του επιθυμία προτού αυτοκτονήσει: να πάει μ΄ένα κολ γκερλ. Ωστόσο, όταν χτυπά το κουδούνι, αντί της κοπέλας που περίμενε εμφανίζεται μια πλασιέ, η οποία ευελπιστεί να του πουλήσει εξαρτήματα για καυστήρες κουζίνας. Από τη στιγμή αυτή ξεκινά μια κωμωδία, η οποία είναι στην κόψη. Από τη μια θέλεις να γελάσεις, από την άλλη να κλάψεις. Όπως ακριβώς και ο ήρωας που υποδύομαι. Από τη μια θέλει να ζήσει, από την άλλη αισθάνεται ένα μεγάλο βάρος… Ο ρόλος μου δίνει τη δυνατότητα ν΄αντλήσω πληροφορίες από την πολιτική σκηνή και από πρόσωπα, από διάφορα «μπουμπούκια» με τον οποία έχει «διανθιστεί» ο πολιτικός βίος. Να πω ότι όλ΄αυτά που βλέπουμε και ακούμε από τη μια σκηνή στην άλλη διακυβεύονται, δεν ξέρεις τί είναι αλήθεια και τί ψέματα. Περνούν οι καταστάσεις χωρίς να ξέρεις πού μπορεί να καταλήξουν κι αυτό είναι πολύ ωραίο για το έργο…
- Εχει άλλους κώδικες η κωμωδία ως είδος;
Παίζει με τον ρυθμό και με το απρόσμενο. Στην κωμωδία χωράει μια υπερβολή ωστόσο, για να έχει ουσία αυτό που κάνεις, λειτουργεί μέσω ενός σχήματος. Αν το χτίσεις σωστά κι ο θεατής αποδεχτεί ότι, για παράδειγμα, ο συγκεκριμένος ήρωας περπατά με τα χέρια με το που βγαίνει στη σκηνή, τότε τον έχεις κερδίσει. Αν δεν πείσεις, όμως, ο άλλος θα πει «μα τί κάνει αυτός; Περπατάει με τα χέρια;». Γι΄αυτό και για μένα, αυτό που είναι μπούσουλας και στην κωμωδία αλλά και στο δράμα είναι πάντα η αλήθεια. Ε, μετά πάμε στη ζαχαροπλαστική, στο γλυκό. Χρειάζεται μεζούρα αλλά και αμεσότητα και χίλια δυο πράγματα που μπορεί να βρει κανείς σ΄ένα κείμενο…
- Θα λέγατε ότι σας ταιριάζει η κωμωδία;
Πάρα πολύ. Κατ΄αρχάς ξεκίνησα με stand up comedies. Με ρωτούν καμιά φορά «μα παίζεις κωμωδία;» και τους κοιτώ. Μα τί νομίζετε; τους λέω. Οτι είμαι ο Δούκας Σεβαστός; Ασφαλώς και μου αρέσει η κωμωδία. Στο θέατρο έχω παίξει σε αρκετές κωμωδίες. Στην τηλεόραση, βέβαια, θεωρώ ότι ούτε κατά διάνοια θα μου το πρότεινε κανείς. Η εικόνα από τις σειρές που έχω λάβει μέρος παραπέμπει σε πιο σκοτεινούς χαρακτήρες. Να μη πω κακούς που είναι «πολυφορεμένο», λέω σκοτεινούς…
- Μια που αναφερθήκατε στον ρόλο του Δούκα, βρισκόμαστε μόλις λίγες μέρες προτού ολοκληρωθούν οι «Αγριες Μέλισσες» ύστερα από τρεις σεζόν. Πώς νιώθετε σε σχέση με το σήριαλ αλλά και με τον ρόλο;
Είναι γλυκόπικρη η αίσθηση που έχω και παρόλο που η κούραση έχει συσσωρευθεί και τα γυρίσματα έχουν γίνει ακόμη πιο εξαντλητικά, πάω με μεγάλη χαρά στο γύρισμα επειδή νιώθω ότι το τέλος πλησιάζει. Επίσης έχω αρχίσει ν΄αποτυπώνω στιγμές, που σημαίνει ότι με έναν τρόπο προσπαθώ να το περάσω και μέσα μου. Γιατί ήταν τρία χρόνια πολύ έντονης δουλειάς, δημιουργίας, προσπάθειας, αυτή τη στιγμή που μιλάμε έχουμε γυρίσει περισσότερα από 420 επεισόδια σε ρυθμούς καταιγιστικούς. Σε τέτοιον βαθμό ώστε υπήρξαν φορές που έβλεπα σκηνές κι έλεγα «κοίτα να δεις τί ωραίες σκηνές αυτές…» Μια σκέψη που δε θα μπορούσε να μου’ χει περάσει από το μυαλό την ώρα που γυρίζαμε γιατί εκείνη τη στιγμή έχεις στο νου σου να ολοκληρώσεις τη σκηνή, να πάμε στην επόμενη, να γίνει break, χίλια δυο πράγματα τα οποία δε γνωρίζει ο θεατής που βλέπει στο γυαλί τον ηθοποιό. Και μετά ο ίδιος ηθοποιός θα πάει και στο θέατρο να κάνει 4-5 ώρες πρόβα..
- Ποιο θα είναι, τελικά, το τέλος του Δούκα;
Εγώ που το διάβασα, είναι πολύ συγκινητικό. Γενικά τα 5-6 τελευταία επεισόδια είναι πολύ δυνατά. Τα συζητήσαμε πολύ μεταξύ μας, σκηνοθέτες, τεχνικοί, οι κοπέλες στο μακιγιάζ, όλοι μιλήσαμε γι΄αυτές τις σκηνές κι επειδή, τώρα που συζητάμε, αυτές τις σκηνές γυρίζουμε κι όπως είπα συνειδητοποιώ ότι φτάνουμε στο τέλος, έχω αυτή τη χαρμολύπη…
- Θεωρείτε ότι ο ρόλος του Δούκα σας σφράγισε;
Θεωρώ ότι βάλαμε ο ένας τη σφραγίδα του στον άλλον. Εγώ στον Δούκα κι ο Δούκας σ΄εμένα. Γιατί αν με σφράγιζε μόνον αυτός θα την πάταγα. Θα έπρεπε να παίζω κάθε φορά Δούκα και δεν πρόκειται. Η επόμενη δουλειά είναι κωμωδία και ο ήρωας εντελώς διαφορετικός, καμία σχέση. Είναι κι εσωτερική ανάγκη. Νιώθω ότι είναι μια περίοδος που είναι καλό να σκάσει λίγο το χειλάκι μας, να πάρουμε λίγο οξυγόνο, να βάλουμε λίγο καύσιμο στο ρεζερβουάρ. Και ως ηθοποιός το έχω ανάγκη αλλά και ως θεατής θα μου άρεσε να χαρώ μια ωραία κωμωδία.
- Για να γυρίσουμε στις «Μέλισσες», πόσο απαιτητικό είναι το καθημερινό σήριαλ;
Εξαιρετικά απαιτητικό και κοπιαστικό σε κάθε επίπεδο. Και σωματικά και πνευματικά. Πρέπει να έχεις την ετοιμότητα ενός βιρτουόζου και να μπορείς ν΄ανταπεξέλθεις στην παρτιτούρα ανά πάσα στιγμή. Γιατί σε μια σειρά που παίζεται επί τρία χρόνια μπορεί να συμβούν χίλια δυο πράγματα. Κάποιος ηθοποιός να χαθεί, ας πούμε, και το γύρισμα να πρέπει να συνεχιστεί, ή να έρθει μια άλλη σκηνή την οποία πρέπει να μάθεις αμέσως. Ο,τιδήποτε μπορείτε να φανταστείτε έχει συμβεί σε μια καθημερινή σειρά με αυτήν την πίεση χρόνου.
- Ποιο είναι το κριτήριο για ν΄αποδεχτείτε ή ν΄απορρίψετε μια δουλειά;
Γενικά μιλώντας, αυτό έχει να κάνει με τη θέση που βρίσκεται κανείς. Αν είσαι ένας ηθοποιός που για τον οποιονδήποτε λόγο είσαι μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας – παρά το γεγονός ότι μπορεί να είσαι πολύ αξιόλογος – λογικό είναι να μην έχεις προτάσεις, οπότε σ΄αυτή την περίπτωση δεν έχεις μεγάλη γκάμα επιλογών. Οταν μάλιστα όλ΄αυτά συνοδεύονται από ζητήματα βιοπορισμού, τότε ορισμένα πράγματα είναι μονόδρομος. Πιστεύω ότι όλοι οι ηθοποιοί κάποια στιγμή έχουν βρεθεί σε μεγάλη ανάγκη κι ένδεια. Τα έχει αυτά η δουλειά μας. Οπότε εκεί πρέπει να πάρεις αποφάσεις. Αυτό δεν πρέπει να μας στενοχωρεί. Κάνουμε μια δουλειά και πρέπει να δουλέψουμε. Κάποιος μπορεί ακόμη και ν΄αλλάξει εντελώς πορεία, να κάνει άλλα πράγματα. Ο καθένας κάνει ό,τι πρέπει. Είναι μαραθώνιος, δεν είναι κατοστάρι. Βλέπεις ανθρώπους που ξεκινούν με τις καλύτερες προϋποθέσεις και με όλη την ώθηση που μπορεί να τους έχει δοθεί και στην πορεία το χάνουν. Δεν είναι εύκολο. Ούτε το να είσαι μπροστά στα φώτα είναι πολύ εύκολο ψυχικά.
- Θεωρείτε ότι ο διαχωρισμός ποιότητας-εμπορικότητας υφίσταται ακόμη ή νιώθετε ότι έχει ατονήσει;
Εχει ατονήσει, όντως. Αυτές είναι διακρίσεις πολυτελείας. Είμαστε σε φάση διαδοχικών κρίσεων. Όταν ο άλλος δεν έχει γάλα για το παιδί του θα τον κατηγορήσεις ότι έκανε ένα διαφημιστικό; Η όπως μας κατηγορούσαν όταν ως νέοι ηθοποιοί πήγαμε σ΄ένα καθημερινό σήριαλ, για τη «Λάμψη» μιλάω, ότι είμαστε τάχα εμπορικοί; Εντάξει, ο χρόνος θα δείξει ποιος πήγε πού…