Οι «Έρωτες στο παρασκήνιο» μάς επιτρέπουν μια μοναδική, λογοτεχνικά μεταπλασμένη ματιά στα χρόνια που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση και αποτέλεσαν την περίοδο της αυτοοργάνωσης του σοσιαλιστικού κινήματος που άλλαξε άρδην την ιστορία του τόπου, απαγκιστρώνοντάς τον από λογικές συντήρησης που την κατέτρυχαν όλες τις μετεμφυλιακές δεκαετίες
Παναγιώτης Δουδωνής//ActionPress
Ο μεγάλος Κολομβιανός συγγραφέας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες μας κληροδότησε τη διαπίστωση πως οι άνθρωποι έχουν μια δημόσια, μια ιδιωτική και μια μυστική ζωή. Για την πολιτική, η μυστική αυτή ζωή παραμένει, όπως εύστοχα το θέτει ήδη στον τίτλο του ο Νίκος Παπανδρέου, στο «παρασκήνιο» και ακριβώς αυτή την αθέατη πλευρά των πραγμάτων είναι που φωτίζει η αφηγηματική δύναμη του νέου του βιβλίου, «Έρωτες στο παρασκήνιο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Ο Παπανδρέου, με τον μοναδικό τρόπο γραφής και την ξεχωριστή θέση που έχει κατακτήσει στη συνείδηση του ελληνικού αναγνωστικού κοινού εδώ και τρεις δεκαετίες,ακουμπά αυτό που για την πολιτική βρίσκεται στο παρασκήνιο αλλά για τη λογοτεχνία αποτελεί το αφηγηματικό προσκήνιο. Στο κέντρο της ιστορίας βρίσκεται η οικογένειά του, ο καμβάς πάνω στον οποίο φιλοτεχνεί το πορτρέτο των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης μέσα σε ένα σπίτι που η αλληλεπίδραση δημοσίου και ιδιωτικού είναι τόσο έντονη που οδηγεί σε μια υπερτροφία του μυστικού. Και αυτό είναι που κλιμακώνει την ένταση και οδηγεί τους χαρακτήρες σε αλλεπάλληλες οριακές αλλά απολύτως υπαρκτές συναισθηματικές αναδιπλώσεις.
Η αφήγηση αρχίζει με τη συνάντηση του ηγέτη του ΠΑΚ, Ανδρέα Παπανδρέου με την τριαντάχρονη ερευνήτρια της Οξφόρδης Χρύσα σε μια διάλεξή του για την «ελευθερία του ανθρώπου» στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.
Η σχέση του Ανδρέα με τη Χρύσα συνδέει την πολιτική δράση με τον έρωτα με σημείο τομής την ακαδημαϊκή έρευνα και διδασκαλία. Με την ίδια ελκτική δύναμη με την οποία γοήτευσε εκατομμύρια Ελλήνων, ο Ανδρέας σταδιακά μετατρέπει τη Χρύσα από μια απολίτικη ακαδημαϊκή ερευνήτρια σε ένα πολιτικό στέλεχος του νεότευκτου ΠΑΣΟΚ με επάρκεια και αφοσίωση στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των Ελλήνων. Έτσι, ο έρωτάς τους γίνεται ο μοχλός του περάσματος από την ακαδημαϊκή θεωρία στην πολιτική πράξη.
Η δραματική ένταση χτίζεται σιγά σιγά στο βιβλίο μέσα από τις συναισθηματικές τριβές μιας οικογένειας που όρισε την πολιτική ζωή του τόπου όσο καμία. Για να δοθεί μια λύση στην υπόγεια αυτή ένταση και τους πολιτικούς κινδύνους που εγκυμονεί η εξωσυζυγική σχέση του πατέρα και ηγέτη σε μια εποχή που η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε ένα πλέγμα βαθέως συντηρητισμού και η μοιχεία ήταν ακόμα ποινικοποιημένη, η μητέρα Μαργαρίτα καλεί ως από μηχανής θεό τον γιό Νίκο, που σπουδάζει στον Καναδά. Με τον ίδιο τρόπο, η ίδια η αφήγηση καλεί ως από μηχανής θεό τον συγγραφέα να απονείμει οικογενειακή δικαιοσύνη.
«Έχεις ερωτευθεί ποτέ;»
Το διπλό αυτό εύρημα, μητέρας και συγγραφέα, επιφορτίζει τον Νίκο με το χρέος μιας εκ βαθέων συνομιλίας με τον πατέρα Ανδρέα. Και έτσι η αφήγηση παρακολουθεί τον προγραμματισμό, την αναβολή και τον επαναπρογραμματισμό της συνάντησης αυτής στο μυαλό του ήρωα για να κορυφωθεί στο παλιό και επιβλητικό γραφείο του πατέρα, με τα ξύλινα έπιπλα μιας άλλης εποχής. Και εκεί, μετά από μια σύντομη κουβέντα, ο Ανδρέας με ειλικρίνεια και χωρίς υπεκφυγές κοιτά τον γιο του και λέει τα λόγια που θα αποτελέσουν το κλειδί όλου του βιβλίου: «Θα σου απαντήσω με μια ερώτηση. Έχεις ερωτευθεί ποτέ;».
Έτσι, η λύση του δράματος με την ευριπίδεια μέθοδο ματαιώνεται αλλά η ψυχή του ήρωα δέχεται έναν πρωτόγνωρο εμπλουτισμό από τον μαγικό κόσμο των συναισθημάτων του πατέρα-ηγέτη.
Οι «Έρωτες στο παρασκήνιο» μας επιτρέπουν μια μοναδική, λογοτεχνικά μεταπλασμένη ματιά στα χρόνια που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση και αποτέλεσαν την περίοδο της αυτοοργάνωσης του σοσιαλιστικού κινήματος που άλλαξε άρδην την ιστορία του τόπου, απαγκιστρώνοντάς τον από λογικές συντήρησης που την κατέτρυχαν όλες τις μετεμφυλιακές δεκαετίες.
Η «Ένωση Γυναικών Ελλάδας» της Μαργαρίτας και η πεισματική δράση της για το γυναικείο κίνημα, η αίσθηση χρέους που έρχεται και επανέρχεται στη σκέψη των στελεχών του ΠΑΣΟΚ που μόλις έχει δημιουργηθεί, οι ομιλίες στην επαρχία και η θέαση της προσωπικής ακτινοβολίας του Ανδρέα από κοντά φωτίζουν χωρίς να τυφλώνουν την αφήγηση που κινείται με μοναδική επιδεξιότητα μεταξύ μυθοπλασίας και οικογενειακών απομνημονευμάτων.
Και κάπως έτσι, ο αναγνώστης καταφέρνει όχι μόνο τη λογοτεχνική απόλαυση αλλά και μια ματιά στη μυστική ζωή και την ερωτική ελκτική δύναμη ενός ανθρώπου που γοήτευσε και εξακολουθεί να γοητεύει εκατομμύρια Ελλήνων μόνο στο άκουσμα του μικρού ονόματός του: του Ανδρέα.