Πριν από μια βδομάδα βρέθηκα στο Πάρκο Εθνικής Συμφιλίωσης στον Γράμμο, στο πλαίσιο μιας εξαιρετικής πρωτοβουλίας που ανέλαβε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία: να διοργανώνει τις «Συναντήσεις στο Πάρκο», με πρώτη αυτή για τη σχέση Συντάγματος και εξωτερικής πολιτικής.
Παναγιώτης Δουδωνής/ ActionPress
Είναι αλήθεια πως υπήρξε μια εποχή στην οποία εθεωρείτο πως τα επιστημονικά πεδία για να έχουν αυτοτέλεια πρέπει να διαχωρίζονται πλήρως μεταξύ τους τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τη μεθοδολογία τους. Έτσι, πλήθος νομικών στην Ελλάδα και το εξωτερικό έπεσαν θύμα μιας αυστηρής θεώρησης των κατηγοριοποιήσεων του δικαίου, χάνοντας τη «μεγάλη εικόνα». Στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα ωστόσο, ο καταιγισμός των εξελίξεων επιβάλλει μια θεώρηση συστηματική, που συνδυάζει τη γνώση και την εμπειρία ανθρώπων που προέρχονται από διαφορετικά αλλά συνομιλούντα επιστημονικά πεδία.
Κάπως έτσι συμβαίνει και με την εξωτερική μας πολιτική. Βιώνοντας μια όλο και αυξανόμενη επιθετικότητα από τον εξ Ανατολών γείτονά της, η Ελλάδα οφείλει να δει την εξωτερική της πολιτική όχι μόνο ως ένα αντικείμενο διδασκαλίας στα πανεπιστήμιά μας αλλά ως αυτό που πραγματικά είναι: ως την απαραίτητη προϋπόθεση για το μέλλον της χώρας μας και των ανθρώπων της. Με άλλα λόγια, η εξωτερική πολιτική αποκτά όλο και ευκρινέστερα υπαρξιακά χαρακτηριστικά, ζητώντας από τους πάντες να συμβάλλουν σε μια όσο το δυνατόν εναργέστερη εικόνα της πραγματικότητας στη χώρα μας, στην γειτονιά της αλλά και στον κόσμο.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκτός από τις άλλες διατάξεις, το Σύνταγμά μας περιλαμβάνει στο άρθρο 2 Παρ 2 την πρόβλεψη πως «Η Ελλάδα, ακολουθώντας τους γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών». Έχουμε με άλλα λόγια, συνταγματικά επιλέξει την τήρηση του διεθνούς δικαίου ως πυξίδα της άσκησης της εξωτερικής μας πολιτικής, απέναντι σε κάθε λογική «δικαίου του ισχυρού» που τόσο συχνά επικαλούνται οι γείτονές μας. Εξάλλου, η πίστη της Ελλάδας στη συνεργασία των κρατών και την ειρήνη δηλώνεται και από το γεγονός πως η 11η Ιουνίου του 1975 δεν είναι μόνο η ημέρα της θέσεως σε ισχύ του ισχύοντος Συντάγματός μας αλλά και η ημέρα υποβολής της αίτησης ένταξης στην τότε ΕΟΚ, το σημαντικότερο εγχείρημα συναδέλφωσης των λαών της Ευρώπης στην ιστορία.
H ρίζα του εθνικού διχασμού
Μια παρατήρηση της πρώην Πρυτάνεως του Παντείου Πανεπιστημίου και Καθηγήτριας Συνταγματικού Δικαίου, κ. Ισμήνης Κριάρη κατά τον συντονισμό της συζήτησής μας στο Γράμμο, καλεί σε περαιτέρω σκέψεις πάνω στα ζητήματα αυτά. Η εξωτερική πολιτική, είπε η κ. Κριάρη, αποτέλεσε για τη χώρα μας σημείο τριβών στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Πράγματι, η ρίζα του εθνικού διχασμού του 1915 αναφέρεται στην ελληνική εξωτερική πολιτική και τη συμμετοχή ή μη σε διεθνείς πολεμικές συμμαχίες ενώ και ο Εμφύλιος Πόλεμος είχε πτυχές που σχετίζονταν με τον διαμοιρασμό του μεταπολεμικού κόσμου σε σφαίρες επιρροής.
Με αφορμή τη σκέψη αυτή, αναλογίζομαι τώρα, κάποιες μέρες μετά, ότι ο Γράμμος ως τόπος της συζήτησής μας αλληλεπίδρασε με το περιεχόμενό της. Έγινε έτσι σαφές αφενός μεν ότι η εξωτερική πολιτική δεν πρέπει να αποτελεί πηγή εσωτερικών διχασμών αφετέρου ότι για να ασκήσουμε αποτελεσματικά την εξωτερική μας πολιτική στο πλαίσιο των επιταγών του Συντάγματός μας, πρέπει να είμαστε όλοι συσπειρωμένοι απέναντι στους κινδύνους που δημιουργεί η άρνηση του ίδιου του διεθνούς δικαίου από τους γείτονές μας. Με άλλα λόγια προς τα έξω πρέπει να είμαστε πάντα ενωμένοι και οι όποιες διαφωνίες μας πρέπει να παραμένουν εδώ και να μην «εκβάλλονται» στον τρόπο που ασκούμε την εξωτερική μας πολιτική.
* O Παναγιώτης Δουδωνής είναι Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου Πανεπιστημίου Οξφόρδης-Πολιτικός αναλυτής