Για τα θύματα bullying που υποφέρουν βουβά ψυχικό ή και σωματικό βασανισμό, γνωρίζουμε τόσο από την σχετική βιβλιογραφία όσο και από την κλινική πρακτική, ότι το αποτύπωμα στη ζωή τους είναι τόσο βαθύ, που μπορεί να επηρεάσει μακροπρόθεσμα και πολυεπίπεδα τη λειτουργικότητα και την ψυχική τους υγεία σε βαθμό καθοριστικό. Αυτό, για όσους παραμένουν εν ζωή. Γιατί υπάρχει και ο 14χρονος στον Κολωνό, που την αφαίρεσε, η Έμιλι Βουκελάτου που έκανε το ίδιο, ο Βαγγέλης Γιακουμάκης ή ο Θύμιος, η τύχη του οποίου αγνοείται, τουλάχιστον μέχρι την ώρα που γραφόταν το παρόν.
Μίνα Μαρούγκα – Action24Press
Καμπάνες στα αυτιά μας, ότι κάτι χρειάζεται να ξεμάθουμε. Ή να το πάρουμε απ’ την αρχή.
Το γεγονός ότι η χώρα μας σκοράρει ψηλά σε διάφορες μετρήσεις των τελευταίων χρόνων, σε ο,τι αφορά τη συχνότητα των περιστατικών bullying δεν είναι νέα υπόθεση. Ωστόσο, αυτό που ποιοτικά μοιάζει να διαφοροποιείται είναι ο βαθμός αγριότητας που βρίσκουμε σε πολλά από αυτά, αλλά και το γεγονός ότι πλέον τα συναντάμε σε ολοένα και μικρότερες ηλικίες.
Συνηθίζουμε να λέμε ότι η εκπαίδευση απέναντι στο διαφορετικό, η έννοια της συμπερίληψης και της αποδοχής σε ο,τι μοιάζει ανοίκειο, ξεκινούν από το σπίτι. Και πράγματι έτσι είναι. Με απογοήτευση διαπιστώνουμε ωστόσο τα τελευταία χρόνια, ότι η παροχή τέτοιου είδους παιδείας από τις οικογένειες προς τα παιδιά, κάθε άλλο παρά δεδομένη είναι.
Όσα, ομολογουμένως δύσκολα, βιώσαμε τα τελευταία χρόνια, αρχής γενομένης από την οικονομική κρίση και τον εγκλεισμό να έπεται, έκαναν παιδιά και εφήβους αποδέκτες μιας τεράστιας πίεσης εντός του οικογενειακού συστήματος. Μέσα σε αυτό το πλέγμα αντιξοότητας, γνωρίζουμε ότι δεν είναι λίγα τα σπιτικά όπου κατοικούν η κακοποίηση, λεκτική ή και σωματική, ή και η παραμέληση (μορφή κακοποίησης και αυτή). Την ίδια ώρα, αναντίρρητο είναι και το τραύμα του εγκλεισμού στους εφήβους, που αναγκάστηκαν να περιοριστούν, σε ένα ιδιαιτέρως καθοριστικό στάδιο της ψυχοκοινωνικής τους ανάπτυξης. Ένα μείγμα εκρηκτικό, που σε σημαντικό βαθμό μπορεί να εισφέρει εξηγήσεις αναφορικά με το επίπλαστο της βίας ανηλίκων και νέων. Παιδιά-μιμητές βίας και παιδιά που δεν βρίσκουν θάρρος ή ευήκοα ώτα, για να μοιραστούν τα βασανιστήρια στα οποία υπόκεινται.
Ταυτόχρονα, γνωρίζουμε ότι όταν η πρώτη πόρτα ασφαλείας, ως τόπος απεύθυνσης, (οικογενειακό περιβάλλον) είναι «κλειδωμένη», το παιδί ωθούμενο από το αίσθημα επιβίωσης, θα απευθυνθεί στο πρόσωπο του αμέσως επόμενου εν δυνάμει φροντιστικού ενήλικα, που θα βρει στο σχολείο, δηλαδή στον εκπαιδευτικό.
Και εδώ είναι που βρίσκεται ο πυρήνας του προβλήματος αλλά και η ευκαιρία.
Χρειαζόμαστε σήμερα, περισσότερο από ποτέ ένα «Σχολείο Συμπερίληψης», με τους εκπαιδευτικούς να πρωτοστατούν στο κάδρο. Είναι αναγκαία η συστηματική, καθημερινή παρουσία ψυχολόγων σε κάθε σχολείο, με εφαρμογή προγραμμάτων που ψυχοεκπαιδεύουν δασκάλους, γονείς και μαθητές, σχετικά με τον εκφοβισμό και περιλαμβάνουν μηδενική ανοχή στα φαινόμενα. Χρειαζόμαστε καλά εκπαιδευμένους συμβούλους, υποστηριζόμενη διαμεσολάβηση συνομηλίκων (μαθητές που εργάζονται χέρι- χέρι σε κοινούς στόχους όλοι μαζί ανεξαιρέτως) και ασφαλή μέρη, όπου οι μαθητές μπορούν να αναζητήσουν καταφύγιο, όταν το πρώτο καταφύγιο, που είναι η οικογένεια δεν μπορεί να αφουγκραστεί το πρόβλημα, είτε του υποκινητή (που επίσης χρήζει βοηθείας) είτε του αποδέκτη της βίαιης συμπεριφοράς.
Ξεκινώντας από το σημείο μηδέν, να οικοδομήσουμε ένα σχολείο όπου μαθητές, δάσκαλοι και γονείς εκπαιδεύουν και εκπαιδεύονται στη Διαφορά, λαμβάνοντας την σοβαρά υπόψιν ως συγκριτικό πλεονέκτημα, ως παράμετρο που εμπλουτίζει ένα κοινωνικό ψηφιδωτό ετερότητας, αντί να αποτελεί μειονεξία και πρότυπο μαθημένης αβοηθητότητας.
Αν δεν υιοθετηθούν σοβαρές και όχι ευκαιριακές παρεμβάσεις τέτοιας υφής, σε μια κοινωνία που φωνάζει ότι πάσχει κι αν δεν ληφθούν υπεύθυνα επανορθωτικά μέτρα για την αποκατάσταση των κλονισμένων ισορροπιών, θα συνεχίσουμε να μετράμε, φωναχτά ή πιο υπόκωφα και συγκεκαλυμένα, θύματα φτωχών πολιτικών.