Με τη βενζίνη στα ύψη, καταντά πολυτέλεια η μετακίνηση με ΙΧ, κλείνουν τα κλιματιστικά εν μέσω καύσωνα, μειώνονται οι μέρες των διακοπών, ενώ 1 στους 5 πολίτες δε θα στείλει τα παιδιά του φροντιστήριο…Εκρηκτικό κοκτέιλ ανασφάλειας από φθινόπωρο, με την ενεργειακή αβεβαιότητα και τις πληθωριστικές πιέσεις να πλήττουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό – Τι δείχνει η έρευνα του ΕΕΑ
Action24Press Team
Ιούλιος μήνας στην Αθήνα. Καύσωνας και οι σκέψεις αρκετών πολιτών δεν είναι στις διακοπές αλλά στους λογαριασμούς και στα καθημερινά έξοδα. Το 83,7% των ερωτηθέντων σε έρευνα της Opinion Poll για το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΕΑ) προχωρά σε μειώσεις στην κατανάλωση ενέργειας, το 83,2% στην αγορά καταναλωτικών προϊόντων (και βασικών αγαθών), το 66,4% στις μετακινήσεις με το προσωπικό αυτοκίνητο και το 66% στις μέρες των διακοπών και ένα 18,7% κάνει κάποιες περικοπές όσον αφορά στην φροντιστηριακή προετοιμασία των παιδιών τους για την είσοδο στα ΑΕΙ.
Η ανησυχία για την πορεία των ενεργειακών τιμών αγγίζει όλο τον πλανήτη και μάλιστα πριν λίγες ημέρες το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προχώρησε σε νέα δυσμενή αναθεώρηση των εκτιμήσεων του για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Θεωρεί πως οι ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας θα επιβραδυνθούν στο 3,2% εφέτος και η φετινή ανάπτυξη θα κινηθεί σχεδόν στο μισό της περσινής χρονιάς, όταν είχε διαμορφωθεί στο 6,1%, καθώς η ανάκαμψη του 2021 σε όλα τα επίπεδα αποδείχτηκε τελικά πρόσκαιρη. Η νέα έκθεση του ΔΝΤ κατεβάζει τις προβλέψεις για τους ρυθμούς ανάπτυξης της περιοχής της Ευρωζώνης, στο 2,6% από το 2,8% τον Απρίλιο, ενώ προειδοποιεί για περαιτέρω επιβράδυνση την επόμενη χρονιά, στο 1,2%. Στις προβλέψεις που δημοσίευσε τον Ιούλιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα εκτιμά ότι το 2022 ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 8,9% από 6,3% που προέβλεπε την άνοιξη, για να αρχίσει να υποχωρεί σταδιακά το 2023 και να φτάσει στο 3,5% το 2023 έναντι πρόβλεψης για 1,9% το Μάιο. Σε επίπεδο Ευρωζώνης εκτιμάται ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί φέτος στο 7,6% και 4% το 2023.
Eκρηκτικό κοκτέιλ ανασφάλειας
Αυτές οι προβλέψεις, σε συνδυασμό με τις ειδήσεις περί μείωσης της ροής φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ ανασφάλειας για τους πολίτες και βάζουν επίσης “μπουρλότο” στις οικονομικές πολιτικές των κυβερνήσεων. Οι οικονομολόγοι βλέπουν διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων μετά τις νέες εξελίξεις γύρω από τις ροές της Gazprom. Σύμφωνα με την Goldman Sachs -και βάσει του βασικού σεναρίου σύμφωνα με το οποίο η παροχή του αερίου είναι στο 40%- οι τιμές θα ενισχυθούν προς τα 170 ευρώ/MWh το τρίτο τρίμηνο και μία μηδενική ροή θα ανέβαζε το TTF (εικονικό σημείο διαπραγμάτευσης και συναλλαγών φυσικού αερίου) πάνω από τα 210 ευρώ/MWh. Ο ρυθμός λειτουργίας του 20% δείχνει μία πιθανή βραχυπρόθεσμη ανοδική πορεία των τιμών σε περίπου 190 ευρώ/MWh.
Το κρίσιμο για την Ελλάδα είναι ότι οι τιμές θα καθορίσουν και το μίγμα των νέων μέτρων στήριξης της κυβέρνησης προς τους πολίτες από το φθινόπωρο που οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι δεν θα περιλαμβάνει επιδοτήσεις μόνο για την ενέργεια και θα έχει κύρια στόχευση τους πιο ευάλωτους. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών, το κόστος για την οικονομία είναι 500 εκατ. ευρώ σε όρους ΑΕΠ σε ορίζοντα ενός έτους για κάθε 10 ευρώ αύξηση πάνω από τα 100 δολάρια, και η δημοσιονομική επίπτωση είναι στα 300-400 εκατ. Ευρώ. Ηδη οι τιμές βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, καθώς την περασμένη εβδομάδα, η τιμή των συμβολαίων για παράδοση τον Αύγουστο (TTF) εκτοξεύθηκε πάνω από τα 227 ευρώ η μεγαβατώρα, ενώ στη συνέχεια υποχώρησε στα 201,5 ευρώ, όταν η τιμή του TTF στο κλείσιμο της στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας ήταν 160 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Στην κυβέρνηση, αλλά και αναλυτές, αναφέρουν ότι η Ελλάδα είναι σε καλύτερη θέση λόγω τουρισμού. Οι εκτιμήσεις δείχνουν προς ανάπτυξη στο 4% ενώ η Ελλάδα έχει μαξιλάρι ρευστότητας στο 14,5% του ΑΕΠ. Η χώρα είναι καλύτερα προετοιμασμένη εάν η Μόσχα κλείσει τη στρόφιγγα καθώς θα έχει 15% μείωση στο αέριο σε σχέση με το 2021, μπαίνει στην παραγωγή ρεύματος και ο λιγνίτης, ενώ θα χρησιμοποιείται και πετρέλαιο και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Τα νέα για τα κρατικά έσοδα είναι επίσης θετικά, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού το πρωτογενές αποτέλεσμα διαμορφώθηκε σε έλλειμμα ύψους 3,425 δισ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 4,896 δισ. ευρώ. Τα φορολογικά έσοδα ανήλθαν σε 24.673 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 3.584 εκατ. ευρώ ή 17% έναντι του στόχου και η υπεραπόδοση αυτή οφείλεται στην παράταση της προθεσμίας πληρωμής των τελών κυκλοφορίας μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2022, στην καλύτερη απόδοση των φόρων, καθώς και στην είσπραξη της πρώτης και της δεύτερης δόσης του ΕΝΦΙΑ. Τα στοιχεία όμως αποκαλύπτουν και μείωση της κατανάλωσης στα καύσιμα καθώς τα έσοδα από τον ΕΦΚ στα ενεργειακά προϊόντα ανήλθαν στα 1,911 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο του 2022, μειωμένα κατά 149 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο που είχε τεθεί, ήτοι 2,059 δισ. ευρώ.
Υπό αυτό το κλίμα, ένας στους δύο καταναλωτές θα μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο, ενώ θα αυξήσει τις δαπάνες για λογαριασμούς. Αυτό δείχνει ακόμα μία έρευνα, αυτή τη φορά του Συνδέσμου Επιχειρήσεων & Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ). Ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος λιανικής τον Ιούνιο του 2022 διαμορφώθηκε στο -64, μειωμένος σε σχέση με τον μήνα βάσης, τον Οκτώβριο του 2019 και μειωμένος σχέση με την αντίστοιχη μέτρηση του Ιουλίου 2021. Η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει να κάνει τόσο με τις μέχρι σήμερα προσδοκίες των καταναλωτών για το προσεχές διάστημα, όσο και λόγω της παρούσας κατάστασης στα οικονομικά στοιχεία των καταναλωτών.
Δύο στους τρεις περιμένουν τις εκπτώσεις
Όπως προκύπτει από σχετική έρευνα της EY Ελλάδος, οι κύριες ανησυχίες των Ελλήνων καταναλωτών είναι το κόστος διαβίωσης, τα οικονομικά και η υγεία. Το σημαντικότερο αγοραστικό κριτήριο, τόσο σήμερα (78%), όσο και για την επόμενη τριετία (78%) είναι με διαφορά η τιμή, ενώ επίσης δύο στους τρεις (67%) σκοπεύουν να πραγματοποιήσουν αγορές την επόμενη φορά που θα λάβει χώρα ένα μεγάλο αγοραστικό/εκπτωτικό γεγονός, και περισσότεροι από οκτώ στους δέκα καταναλωτές (83%) από αυτούς αναβάλλουν κάποιες από τις αγορές τους μέχρι τότε.
Επιπλέον, το 56% (από 41% που ήταν πριν από έναν χρόνο) έχει αλλάξει τις μάρκες που αγοράζουν, είτε για να μειώσουν τα έξοδά τους, ή για να στραφούν σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, ή για να υποστηρίξουν τοπικά καταστήματα. Επτά στους δέκα (70% φέτος, από 60% πέρσι) δηλώνουν ότι ξοδεύουν λιγότερα χρήματα σε προϊόντα που δεν είναι πρώτης ανάγκης, ενώ πάνω από τους μισούς καταναλωτές (51% φέτος, από 43% πέρσι) δηλώνουν ότι αγοράζουν μόνο τα απαραίτητα. Σχεδόν στο σύνολο των επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, τα ποσοστά όσων δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει τις δαπάνες τους εμφανίζονται αυξημένα σε σχέση με το 2021, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις εκτιμήσεις σχετικά με την εξέλιξη των δαπανών τους στους επόμενους τέσσερις μήνες.