Στις 4 Απριλίου του 1968 ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονήθηκε στο Μέμφις.
Λίγες ώρες αργότερα η Αμερική παραδόθηκε στις φλόγες. Πορείες ξέσπασαν στην Ουάσιγκτον, στη Βαλτιμόρη, στο Σικάγο, στο Κάνσας Σίτυ, στο Μιζούρι και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Οι τοπικές αρχές της Βοστώνης περίμεναν πότε οι ταραχές θα «χτυπούσαν» τη δική τους πόρτα. Μέσα σε αυτό το σκηνικό έντασης, ο Τζέιμς Μπράουν ο πιο εκρηκτικός και σημαντικός Αφροαμερικανός μουσικός εκείνης της εποχής, κατάφερε ένα «θαύμα».
Ο Μπράουν και η μπάντα του είχαν προγραμματίσει μία συναυλία στο Boston Garden στις 5 Απριλίου. Οι τοπικές αρχές σκέφτονταν να ακυρώσουν όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις εκείνο το βράδυ, αλλά ο διοργανωτής της συναυλίας και δημοτικός σύμβουλος της πόλης Τόμας Ατκινς έπεισε τον δήμαρχο Κέβιν Γουάιτ ότι η ακύρωση της συναυλίας ίσως οδηγούσε σε περισσότερο θυμό και βία. «Αν η συναυλία δεν είχε γίνει» θυμάται ο τοπικός ραδιοφωνικός παραγωγός DJ James “Early” Bird, «θα είχαμε το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ιστορία της Βοστόνης μετά το Κίνημα του Τσαγιού».
Ο Μπράουν βέβαια ήταν ιδιαίτερα εκνευρισμένος με την απόφαση η συναυλία να μεταδοθεί τηλεοπτικά καθώς θεωρούσε ότι είχε ως σκοπό να αποτρέψει τον κόσμο από το να βγει στους δρόμους ενώ θα μείωνε και τις πωλήσεις των εισιτηρίων. «Είχαμε όμως την υποχρέωση να τιμήσουμε τον Δρ. Κινγκ» λέει ο σαξοφωνίστας της μπάντας του Μπράουν, Πι Γουί Ελις. Αφότου ο Μπράουν πήρε την αμοιβή του όλα ήταν έτοιμα να ξεκινήσουν.
«Η συναυλία εξελίχθηκε όπως και στα άλλα μέρη που είχαμε παίξει» λέει ο τρομπονίστας Φρέντ Γουίσλι. «Ηταν μία κανονική συναυλία». Το 1968, βέβαια, μία «κανονική συναυλία» σήμαινε τρομερά επίπεδα ενέργειας που ήταν πρωτόγνωρα για εκείνη την εποχή. Ντυμένος με ένα ολόμαυρο κουστούμι και με τα μαλλιά του σε στιλ τροβαδούρου, ο Τζέιμς Μπράουν κινούνταν πάνω στη σκηνή με αστραπιαία ταχύτητα και οι κραυγές του αντηχούσαν σε όλο το δωμάτιο.
Η μπάντα έπαιξε όλες τις τις επιτυχίες. Το «I Got You (I Feel Good)» σε διπλό τέμπο ήταν μία από τις κορυφαίες στιγμές της συναυλίας, ενώ το σόλο του εκπληκτικού ντράμερ Κλάιντ Στάμπλφιλντ στο «Cold Sweat» μνημονεύεται από τους λάτρεις του φανκ μέχρι σήμερα.
Παρόλα αυτά, ο Γουέσλι ο οποίος είχε μπει στην μπάντα πριν από λίγο καιρό θυμάται ότι υπήρχε ένα αίσθημα φόβου μεταξύ των μουσικών και η ένταση ήταν διάχυτη στην ατμόσφαιρα. «Δεν γνωρίζαμε αν διεξαγόταν ένας πόλεμος ενάντιων τον μαύρων ή αν διεξαγόταν ένας γενικευμένος φυλετικός πόλεμος. Όταν ανεβήκαμε στη σκηνή, ήμασταν ιδιαίτερα επιφυλακτικοί με το τι επρόκειτο να συμβεί».
Αυτό που τον εντυπωσίαζε πιο πολύ όμως ήταν ο τρόπος με τον οποίο ο Τζέιμς Μπράουν «ήλεγχε» το κοινό κάθε βράδυ. Καθώς η συναυλία έφτανε προς το τέλος της μερικοί νεαροί οπαδοί του Μπράουν προσπάθησαν να ανέβουν πάνω στη σκηνή, αλλά μία ομάδα λευκών αστυνομικών τους απώθησαν. Επικράτησαν μερικές στιγμές έντασης και το πανδαιμόνιο που φοβόντουσαν όλοι δεν άργησε να ξεσπάσει.
Ο Μπράουν όμως γρήγορα πήρε θέση. «Δεν φέρεστε δίκαια στους εαυτούς σας, σε εμένα ή στη φυλή σας» είπε στο κοινό. «Τώρα, είμαστε εδώ μαζί ή όχι;». Στη συνέχεια γύρισε προς τον Στάμπλφιλντ και του είπε: «Hit the thing, man» και η μπάντα ξεκίνησε να παίζει το «I Can’t Stand Myself (When You Touch Me)». Εκείνη τη στιγμή ο Μπράουν ανέβασε στη σκηνή τον δήμαρχο Γουάιτ, μιλώντας για αυτόν με καλά λόγια.
Ο Μπράουν έφυγε από τη σκηνή σφίγγοντας τα χέρια στους ανθρώπους που βρίσκονταν στις πρώτες σειρές, θυμίζοντας περισσότερο έναν πολιτικό ηγέτη παρά έναν μουσικό αστέρα.
Στις εβδομάδες που ακολούθησαν και άλλες πόλεις όπως η Ουάσιγκτον ζήτησαν τη συνδρομή του Μπράουν για να κατευναστούν τα πνεύματα. Τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς κυκλοφόρησε και το ιστορικό κομμάτι «Say It Loud – I’m Black and I’m Proud». «Είχα τη δυνατότητα να μιλήσω στη χώρα σε μία στιγμή κρίσης» είπε αργότερα ο Μπράουν «και αυτό ήταν ένα από τα πράγματα που εκτίμησα περισσότερο». Πενήντα χρόνια μετά το συμβάν ο Ελις συνεχίζει να συγκινείται από αυτή τη στιγμή. «Είμαι περήφανος που πήρα μέρος σε αυτό» λέει. «Είμαι χαρούμενος που εξελίχθηκε όπως εξελίχθηκε».
με πληροφορίες από Rolling Stone